Η ενεργειακή δικτατορία Ερντογάν στα κατεχόμενα
Σε δεινή κατάσταση απ’ όλες τις απόψεις βρίσκονται ενεργειακά τα κατεχόμενα, με κύρια χαρακτηριστικά τον πολύ ακριβό ηλεκτρισμό, την πεπαλαιωμένη υποδομή παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και το πολύ χειρότερο δίκτυο μεταφοράς, την ανυπαρξία ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Το χείριστο: Όλος ο σχεδιασμός και η ενεργειακή εξέλιξη βασίζονται στην εξυπηρέτηση των οικονομικών συμφερόντων των στενά συνδεδεμένων οικονομικά και πολιτικά επιχειρηματιών με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και των πολιτικών και οικονομικών του φερέφωνων στην κατεχόμενη Κύπρο.
Και συγκεκριμένα, σε σχέση με την κατεχόμενη Κύπρο, των δύο ψευδοϋπουργών –του λεγόμενου υπουργού Ενέργειας Σουνάτ Ατούν και του λεγόμενου υπουργού Οικονομικών Σερντάρ Ντεκτάς και της οικογένειάς του. Που να σημειωθεί, παρεμπιπτόντως, ότι ενώ είναι οι κύριοι φορείς της πολιτικής και των οικονομικών συμφερόντων του Ερντογάν, όταν χρειαστεί στο εξωτερικό, χρησιμοποιούν και διαβατήρια της Κυπριακής Δημοκρατίας που κατέχουν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο τομέας του ηλεκτρισμού: Στα κατεχόμενα υπάρχουν δύο βασικές μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού -η «κρατική» KIB – TEK (Αρχή Ηλεκτρισμού) και η ιδιωτική τουρκική AKSA Enerji, που ανήκει σε ολιγάρχη στενά συνδεδεμένο με τον Ερντογάν- με γνωστή τη διαδικασία αλληλοβοήθειας -ο Ερντογάν ανοίγει επιχειρηματικούς δρόμους υψηλού κέρδους και ο επιχειρηματίας επιστρέφει με βοήθεια προς το κόμμα και πολιτική στήριξη.
Η AKSA μπήκε στην κατεχόμενη Κύπρο με εντολή και οδηγίες του Ερντογάν το 2003, με τις ευλογίες Ντενκτάς, ανοίγοντας τον δρόμο μέσω των εγκάθετών του στα κατεχόμενα. Η εταιρεία δημιούργησε ένα σταθμό παραγωγής, με τη «δημόσια» ΚΙΒ-ΤΕΚ να αναγκάζεται να υπογράψει πενταετές συμβόλαιο με το οποίο υποχρεώθηκε να αγοράζει όλη την ηλεκτρική ενέργεια που παράγει ο σταθμός του φίλου του Ερντογάν, έναντι αισθητά πιο υψηλής τιμής από το κόστος ηλεκτρισμού από την ίδια την KIB-TEK.
Ουσιαστικά αυτό ήταν και αποτέλεσμα του πλήρους οικονομικού ελέγχου των κατεχομένων από την πολιτικοοικονομική ελίτ γύρω από τον Ερντογάν –αν θέλετε ηλεκτρισμό, θα πάρετε αυτό που θέλω και θα πληρώνετε όσα θέλω, διαφορετικά δεν έχει μία για νέες μονάδες παραγωγής. Αυτή η πράξη σήμανε και την κατακόρυφη αύξηση του κόστους ηλεκτρισμού στα κατεχόμενα, που είναι αισθητά πιο υψηλή απ’ ό,τι ακόμα και ο ακριβός ηλεκτρισμός στις ελεύθερες περιοχές –περίπου 19 σεντ την κιλοβατώρα έναντι 11-13 σεντ ανά κιλοβατώρα.
Σαν κερασάκι στην τούρτα, ήρθε πίεση για ανανέωση του αρχικού πενταετούς συμβολαίου. Με το νέο συμβόλαιο ο «φίλος» του Ερντογάν εξασφάλισε ότι θα παράγει και θα πωλεί σε εξαιρετικά υψηλή τιμή ηλεκτρισμό στα κατεχόμενα από το 2008 μέχρι το 2023 και δυνατότητα επέκτασης μέχρι το 2016 και αφορά 153 μεγαβάτ.
Σε αυτό το πλαίσιο, προ διετίας, όταν άνοιξε η όρεξη οικονομικά, αλλά και εξυπηρετούσε τον τουρκικό σχεδιασμό για πλήρη εξάρτηση της κατεχόμενης Κύπρου πολιτικά, ήρθε και ο σχεδιασμός για ηλεκτρικό καλώδιο που θα συνδέει την Τουρκία με τα κατεχόμενα.
Ο σχεδιασμός, εντελώς εκτός βασικών τεχνικών, οικονομικών και επιστημονικών όρων, προβλέπει ότι το καλώδιο θα τερματίζει όχι εκεί απ’ όπου ξεκινά το ηλεκτρικό δίκτυο –τον σταθμό παραγωγής της ΚΙΒ-ΤΕΚ- αλλά στον ιδιωτικό σταθμό παραγωγής συμφερόντων των προσκείμενων στον Ερντογάν κύκλων και από εκεί να μεταφέρεται στο δίκτυο της ΚΙΒ-ΤΕΚ. Με ενδιάμεσο υποσταθμό και «διόδια» φυσικά ώστε να εισπράττουν επιπλέον οι ίδιοι κύκλοι.
Ο σχεδιασμός, εντελώς εκτός βασικών τεχνικών, οικονομικών και επιστημονικών όρων, προβλέπει ότι το καλώδιο θα τερματίζει όχι εκεί απ’ όπου ξεκινά το ηλεκτρικό δίκτυο –τον σταθμό παραγωγής της ΚΙΒ-ΤΕΚ- αλλά στον ιδιωτικό σταθμό παραγωγής συμφερόντων των προσκείμενων στον Ερντογάν κύκλων και από εκεί να μεταφέρεται στο δίκτυο της ΚΙΒ-ΤΕΚ. Με ενδιάμεσο υποσταθμό και «διόδια» φυσικά ώστε να εισπράττουν επιπλέον οι ίδιοι κύκλοι.
Τον έδιωξαν λόγω αντίθεσης με αγωγό
Όταν ο Τουρκοκύπριος διευθυντής της ΚΙΒ-ΤΕΚ έφερε σοβαρές ενστάσεις, προς όφελος του «κρατικού» οργανισμού, ενώ βολιδοσκόπησε την ΑΗΚ αν μπορεί να εξασφαλίζει επιπλέον ηλεκτρισμό όταν χρειάζονται, παύτηκε άμεσα. Στην θέση του διορίστηκε ο εγκάθετος διευθυντής Ισμέτ Ακίμ, προσκείμενος στον Ερντογάν και υπάκουος στις εντολές του. Ήταν και η περίοδος που στα κατεχόμενα ζητούσαν πρόσθετα 50 μεγαβάτ, για να λειτουργήσουν οι αντλίες για τους αγωγούς νερού από Τουρκία –όπου πάλι εμπλέκονται κύκλοι του Ερντογάν. Όταν ο ίδιος διευθυντής επίσης έκανε επαφές με ΑΗΚ προσπαθώντας να αποφύγει είτε για οικονομικούς είτε για άλλους λόγους τον «έφαγαν» πάραυτα.
Ο εγκάθετος πιστός νέος διευθυντής ήταν, όπως φαίνεται, υπάκουος, αφού μόλις στις αρχές αυτής της εβδομάδας, ο λεγόμενος υπουργός εδνέργειας Σουνάτ Ατούν δήλωσε ότι οι συμφωνίες για το ηλεκτρικό καλώδιο προγραμματίζεται να υπογραφούν πριν το τέλος του έτους και προβλέπουν ότι το καλώδιο θα ξεκινά από το Άκκιουγιου «και θα φτάνει στον σταθμό παραγωγής Τεκνετζίκ, απ’ όπου θα γίνεται η διανομή. Ο σταθμός παραγωγής Τεκνετζίκ είναι παράκτιος σταθμός παραγωγής ηλεκτρισμού, περίπου δέκα χιλιόμετρα ανατολικά της Κερύνειας, δίπλα σε μια από τις πιο ευαίσθητες οικολογικά περιοχές –το Αλαγάδι– που αποτελεί μια από τις σημαντικότερες ακτές αναπαραγωγής χελωνών στα κατεχόμενα.
Μάλιστα, την περασμένη εβδομάδα ο κ. Ατούν, μιλώντας σε οικονομικό συνέδριο, για να πείσει για το καλώδιο, στάθηκε στο ότι θα φέρει μείωση του κόστους ηλεκτρισμού σε βαθμό που θα επιτρέπει να πωλούν ακόμα και στις ελεύθερες περιοχές μέχρι και 400 μεγαβάτ.
Να σημειωθεί ότι η υφιστάμενη συνολική παραγωγή στα κατεχόμενα δεν ξεπερνά τα 400 μεγαβάτ. Οι νεότερες μονάδες παραγωγής προστέθηκαν το 2015, όταν καταστράφηκαν σχεδόν εντελώς δύο παλιές μονάδες και για μέρες τα κατεχόμενα ενισχύονταν από ηλεκτρισμό παραγωγής της ΑΗΚ.
Να σημειωθεί ότι η υφιστάμενη συνολική παραγωγή στα κατεχόμενα δεν ξεπερνά τα 400 μεγαβάτ. Οι νεότερες μονάδες παραγωγής προστέθηκαν το 2015, όταν καταστράφηκαν σχεδόν εντελώς δύο παλιές μονάδες και για μέρες τα κατεχόμενα ενισχύονταν από ηλεκτρισμό παραγωγής της ΑΗΚ.
Οι συνεργοί από τα παλιά τουρκοκυπριακά τζάκια
To περιβάλλον στα κατεχόμενα ευνοεί τη σύνδεση πολιτικών με τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, ιδιαίτερα αν έχουμε υπόψη μας όχι μόνο τον ρόλο και τον τρόπο δράσης του Ερντογάν για ολοκληρωτικό έλεγχο, αλλά και την πρόσφατη ιστορία: Μετά την εισβολή και κατοχή των εδαφών, με τη συμβολή κυρίως του Ραούφ Ντενκτάς και των οικονομικών καρχαριών, έγινε με βάση πολιτικά και οικονομικά προσκείμενους, η διανομή και κατανομή των μεγαλύτερων λαφύρων, που ήταν η κατεχόμενη γη και ακίνητα.
Στην εξέλιξη, ειδικά στον τομέα της ενέργειας αλλά όχι βέβαια μόνο σε αυτόν το τομέα, η πολιτική και οικονομική ελίτ της Τουρκίας, με κυρίαρχο την τελευταία εικοσαετία τον ρόλο του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και τον ίδιο τον Ερντογάν. Η εξάρτηση από την Τουρκία δεν επιτρέπει οποιαδήποτε ανάπτυξη, αν δεν δώσει το πράσινο φως η τουρκική κυβέρνηση και η τουρκική κυβέρνηση είναι ό,τι αποφασίσει ο Ερντογάν, που προωθεί απροκάλυπτα τα συμφέροντα των δικών του κύκλων, με αντίκρισμα τη στήριξή του στην εξουσία.
Αυτό επιδρά και στα κατεχόμενα, αφού ενισχύει πολιτικά τους εξαρτώμενους από τον Ερντογάν και της έστω και συγκεκαλυμμένης πλήρους προσάρτησης των κατεχομένων και πλήρους αποικιοποίησής τους, έναντι πολιτικών που στηρίζουν ένα πιο ανεξάρτητο μέλλον των Τουρκοκυπρίων, με κύριο άξονα τη λύση του Κυπριακού.
Εκφραστές των πρώτων, είναι φανερό ότι είναι το δίδυμο Ατούν – Ντενκτάς. Και οι δύο έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά, με πρώτο, το ότι προέρχονται και ανήκουν σε «παραδοσιακά» πολιτικά τζάκια της τουρκοκυπριακής κοινότητας – ο πρώτος της οικογένειας Ατούν και ο δεύτερος της οικογένειας Ντενκτάς. Ο πατέρας του πρώτου ήταν συνιδρυτής του τουρκικού εθνικιστικού και συντηρητικού κόμματος Εθνικής Ενότητας, μαζί με τον πατέρα του δεύτερου. Ο Ατούν είναι τώρα γ.γ του Κόμματος Εθνικής Ενότητας, ενώ ο Σερτάρ Πρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος, δηλαδή είναι οι επικεφαλείς των δύο κομμάτων στην ψευδοκυβέρνηση συνασπισμού που βρίσκεται τώρα στην ηγεσία των κατεχομένων.
Το δίδυμο ελέγχει οικονομία και ενέργεια στα κατεχόμενα και είναι στενά συνδεδεμένο με τους μεγάλους επιχειρηματικούς κύκλους που βρίσκονται κοντά στον Ερντογάν. Και τα δύο κόμματα, είναι θιασώτες της πολιτικής της Άγκυρας και κατ’ επέκταση του Ερντογάν, με θέσεις υπέρ της ενίσχυσης της εξάρτησης από την Άγκυρα, ιδιαίτερα μετά την αποτυχία των τελευταίων διαπραγματεύσεων.
Ο Ατούν είναι ο «υπουργός» Ενέργειας και την ίδια ώρα ο Ντενκτάς έχει ως «υπουργός» Οικονομικών τον κύριο λόγο στη χρηματοδότηση του τομέα της ενέργειας και κυρίως την «κρατική» Αρχή Ηλεκτρισμού ΚΙΒ-ΤΕΚ που είναι ζημιογόνα, το Συμβούλιο ΑΠΕ και τη μέχρι πρόσφατα κρατική εταιρεία πετρελαιοειδών K-Petrol.
Πεπαλαιωμένες μονάδες
Το δίκτυο μεταφοράς, υπολογίζεται ότι έχει μήκος 600 χιλιομέτρων. Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα του δικτύου ηλεκτρισμού των κατεχομένων, είναι οι απώλειες στο δίκτυο μεταφοράς, που είναι σχεδόν 300% μεγαλύτερες απ’ ό,τι στα δίκτυα των άλλων χωρών. Χαρακτηριστικά, υπολογίζεται ότι το 19% το παραγόμενου ηλεκτρισμού, χάνεται ως απώλειες στο δίκτυο.
Την ίδια ώρα στις ελεύθερες περιοχές οι απώλειες είναι της τάξης του 6% και αυτό οφείλεται και στο ότι δεν μιλάμε για καλώδια εκατοντάδων χιλιομέτρων όπως στις μεγαλύτερες σε έκταση χώρες. Δηλαδή, στα κατεχόμενα θα έπρεπε να είναι πολύ λιγότερες οι απώλειες και από αυτές στις ελεύθερες περιοχές, ενώ είναι περισσότερο από τριπλάσιες. Στα κατεχόμενα, η παραγωγή ηλεκτρισμού προέρχεται από υγρά καύσιμα σε ποσοστό 98% για την εισαγωγή των οποίων, δαπανώνται περίπου €100 εκ. ετησίως.
Τα δύο μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, είναι αυτό της άεργου ισχύος, με αποτέλεσμα στο δίκτυο διανομής αλλά και οι μεγαλύτεροι καταναλωτές – εμπορικοί και βιομηχανικοί – να αναγκάζονται να εγκαταστήσουν και συστήματα που αντισταθμίζουν την άεργο ισχύ, ιδιαίτερα σε σχέση με την τάση, ώστε να μην πέφτει το σύστημα, επηρεάζοντας όμως αρνητικά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ηλεκτρισμού. Γι’ αυτό το λόγο, υπάρχει απώλεια ηλεκτρικής ενέργειας που υπολογίζεται σε σχεδόν 40.000 γιγαβατώρες ετησίως, ενώ ένα ανάλογο σύστημα στην Ευρώπη έχει απώλειες 5.000 γιγαβατώρες. Η συνολική κατανάλωση ηλεκτρισμού, πλησιάζει το 1 εκ. γιγαβατώρες και για σκοπούς σύγκρισης, αναφέρουμε ότι στο σύστημα ηλεκτρισμού των ελεύθερων περιοχών καταναλώσαμε το 2016 συνολικά 4,3 εκ. γιγαβατώρες.
Συνολικά στα κατεχόμενα κυριαρχούν οι μικρές μονάδες παραγωγής και συγκεκριμένα οι μικρότερες είναι της τάξης των 10 μεγαβάτ και οι μεγαλύτερες των 60 μεγαβάτ και αφορά σε αεριοστρόβιλους, ατμοστρόβιλους και γεννήτριες ντίζελ.
Στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, το μεγαλύτερο έργο που σχεδιάστηκε και λειτούργησε από το 2011, αφορά σε μονάδα 1,3 μεγαβάτ στην κατεχόμενη Μόρφου με χρηματοδότηση από την Ε.Ε. με κόστος €3.7 εκ. και αποτελείται από 6.192 φωτοβολταϊκά πάνελ, των 206 βατ το καθένα, που εγκαταστάθηκαν σε έκταση γης 20 τετρ. χιλιομέτρων περίπου. Αυτό είναι και το μόνο σημαντικό έργο, ενώ ακολουθούν φωτοβολταϊκά συστήματα κυρίως σε Πανεπιστήμια των κατεχομένων για ίδια κατανάλωση.
Το τρίγωνο των πολιτικών και επιχειρηματίες
Το δίδυμο Ατούν – Ντενκτάς αποτελεί τον καταλύτη για την εξυπηρέτηση των βασικών επιχειρηματικών συμφερόντων στα κατεχόμενα -της AKSA Enerji (ιδιοκτησία της Kazanci Holding) και των Kalyon Group και Altinbas Holding. Χαρακτηριστικό των τριών επιχειρηματικών ομίλων η στενή σύνδεση των ιδιοκτητών τους με τον Ερντογάν και το περιβάλλον του στο Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ). Η φόρμουλα είναι γνωστή -τους παρέχονται πόροι για να πραγματοποιήσουν κέρδη και ανταποδίδουν με υποστήριξη.
Για τα συμφέροντα της AKSA Enerji, που αποσπά κέρδη σε βάρος των Τουρκοκυπρίων, έγινε αναφορά πιο πάνω. Επικεφαλής είναι ο Τζεμίλ Καζαντζί και κύριος ιδιοκτήτης ο Αλί Μετίν Καζαντζί, οι οποίοι επίσης μπήκαν επιχειρηματικά στα μέσα ενημέρωσης προς υποστήριξη του Ερντογάν, ο οποίος ανταπέδωσε αμέσως μετά την ανάληψη της εξουσίας από το κόμμα του το 2003 με την επιβολή τους ως παραγωγών ηλεκτρισμού. Τα κατεχόμενα δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η μοναδική τέτοια περίπτωση την τελευταία δεκαπενταετία όπου ο Ερντογάν προωθεί συμφέροντα της οικογένειας Καζαντζί –από τη Συρία (παλαιότερα) μέχρι και τη Μαγαδασκάρη, έχει προωθήσει συμφωνίες για κατασκευή μονάδων παραγωγής ηλεκτρισμού σε επίσημες επισκέψεις προς όφελος του εν λόγω ομίλου.
Για τα συμφέροντα της AKSA Enerji, που αποσπά κέρδη σε βάρος των Τουρκοκυπρίων, έγινε αναφορά πιο πάνω. Επικεφαλής είναι ο Τζεμίλ Καζαντζί και κύριος ιδιοκτήτης ο Αλί Μετίν Καζαντζί, οι οποίοι επίσης μπήκαν επιχειρηματικά στα μέσα ενημέρωσης προς υποστήριξη του Ερντογάν, ο οποίος ανταπέδωσε αμέσως μετά την ανάληψη της εξουσίας από το κόμμα του το 2003 με την επιβολή τους ως παραγωγών ηλεκτρισμού. Τα κατεχόμενα δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η μοναδική τέτοια περίπτωση την τελευταία δεκαπενταετία όπου ο Ερντογάν προωθεί συμφέροντα της οικογένειας Καζαντζί –από τη Συρία (παλαιότερα) μέχρι και τη Μαγαδασκάρη, έχει προωθήσει συμφωνίες για κατασκευή μονάδων παραγωγής ηλεκτρισμού σε επίσημες επισκέψεις προς όφελος του εν λόγω ομίλου.
Σε σχέση με την Kalyon Group, ανάδοχο του υποθαλάσσιου αγωγού νερού από την Τουρκία προς τα κατεχόμενα, πρέπει να σημειωθεί ότι πρόκειται για έναν κατ’ εξοχή ενεργειακό επιχειρηματικό όμιλο, που έχει και σημαντική μετοχική ισχύ σε μέσα ενημέρωσης της Τουρκίας (Turkuvaz Medya Group). Επικεφαλής και κάτοχος του 58% των μετοχών του ομίλου είναι ο Ομέρ Φαρούν Καλούοντζου, στενά προσκείμενος στους κύκλους του Ερντογάν –και ιδιαίτερα τον ίδιο τον Ερντογάν, που να σημειωθεί ότι ήταν και ο πρωτοκουμπάρος στον γάμο του επιχειρηματία. Στενές είναι και οι σχέσεις με τον γαμπρό του Ερντογάν, τον Μπεράτ Αλμπαγιάκ, που ο πεθερός του τον διόρισε και ως υπουργό Ενέργειας στην 64η κυβέρνηση της Τουρκίας. Επόμενο βήμα στα κατεχόμενα είναι η ιδιωτικοποίηση της ύδρευσης προς όφελος του κουμπάρου.
Το δε καύσιμο για την παραγωγή ηλεκτρισμού, αλλά και ευρύτερα για τις ανάγκες των κατεχομένων, έχει μοιραστεί σε δύο τουρκικές επιχειρήσεις, συνδεδεμένες με τον Ερντογάν. Η πρώτη είναι η K-Petrol, που ήταν κρατική και ιδιωτικοποιήθηκε από τον ψευδουπουργό Ενέργειας, τον Ατούν, προς όφελος του συνδεδεμένου και με τον ίδιο και με τα συμφέροντα Ερντογάν Τουρκοκύπριο –εκ Σκυλούρας– επιχειρηματία Μουσταφά Χατζιαλί. Ο Χατζιαλί εργαζόταν στις Βρετανικές Βάσεις ως μηχανικός και ξεκίνησε να δημιουργεί κεφάλαιο μέσω διαγωνισμών εφοδιασμού των βάσεων. Μετά μπήκε σε πολλούς τομείς –αντιπροσωπείες αυτοκινήτων, βαρέων μηχανημάτων κ.τ.λ.– ενώ οι καλές του σχέσεις με τον Ντενκτάς τού άνοιξαν δρόμο για κατασκευές, κυρίως τουριστικών οικιών σε πολύ καλές περιοχές. Το 1998 ξεκίνησε με το πρώτο πρατήριο στην κατεχόμενη Μόρφου, ενώ μετά πήρε την πρώην κρατική εταιρεία επεκτείνοντας το δίκτυό του και ελέγχοντας σχεδόν το 60% των καυσίμων κίνησης στα κατεχόμενα.
Ο άλλος μεγάλος παίκτης στα πετρελαιοειδή είναι η Altinbas Holding του Σοφού Αλτινμπάς, μέσω της Alpet Kibris. O Σοφού Αλτινμπάς, μέσω της υπεράκτιας του εταιρείας Baldwyn Group, όπως δείχνουν διάφορα στοιχεία, μπορεί να χρηματοδοτεί με «μαύρο» χρήμα το κυβερνών κόμμα της Τουρκίας, με το οποίο μέχρι και προ δεκαπενταετίας ήταν σε σύγκρουση, αντιμετωπίζοντας μέχρι τότε την πολεμική, έναντι της εύνοιας που εξασφαλίζει τώρα. «Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ»
hellasforce
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου