ΚΑΙ ΑΥΤΟΣ ΤΟ ΒΙΟΛΙ ΤΟΥ…
Έκκληση και συνάμα προειδοποίηση προς τον κυπριακό ελληνισμό για απάλειψη κάθε μορφής χουλιγκανισμού ή -εν ονόματι της πατρίδας- συμπεριφορών, όπως οι πρόσφατες κατά Τουρκοκυπρίων, απηύθυνε σήμερα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης.
Σε χαιρετισμό του στην ετήσια παγκύπρια σύναξη των αγωνιστών πολιτικών κρατουμένων του Συνδέσμου Πολιτικών Κρατουμένων ΕΟΚΑ 55-59, στην Κοκκινοτριμιθιά, ο πρόεδρος Αναστασιάδης τόνισε ότι τέτοιες συμπεριφορές τους μόνους που υπηρετούν είναι την Τουρκία και τα ακραία στοιχεία των Τ/κ για να εμμένουν, με πρόσχημα την ασφάλεια, στις απαράδεκτες εγγυήσεις.
Απηύθυνε παράλληλα έκκληση προς τις πολιτικές δυνάμεις και προς όλους «να μην βιάζονται για να προκρίνουν τι είναι αυτό που θα έρθει, τι είναι αυτό που θα προβλέπει η λύση, ωσάν να είναι παρόντες και διαπραγματεύονται», όπως είπε, διαβεβαιώνοντας ότι όταν έρθει η ώρα«“κανένας δεν θα μείνει μακράν της ενημέρωσης, της πλήρους ενημέρωσης» καθώς, όπως εξήγησε, «στο τέλος-τέλος δεν είναι ο όποιος ηγέτης που θα υπογράψει τη λύση, αλλά ο λαός θα αποφασίσει αν την αποδεχτεί ή θα την απορρίψει».
Σε ό,τι αφορά τις συνομιλίες ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκθείασε το γεγονός ότι έγινε κατορθωτό να εμπλακεί η ΕΕ ενεργά στην όλη διαδικασία επίλυσης, τονίζοντας μάλιστα ότι «το (ευρωπαϊκό) κεκτημένο αποτελεί κεκτημένο και των συνομιλιών».
Στην ομιλία του ο Νίκος Αναστασιάδης ανέφερε πως μετά από 14 συναντήσεις με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί, αυτό που μπορεί να πει είναι ότι δεν εγκαταλείπει την ελπίδα διότι κρίνει πως έχουμε ενώπιον μας μία ιστορική ευκαιρία για πετύχουμε μια βιώσιμη, λειτουργική λύση του Κυπριακού που οπωσδήποτε θα ανταποκρίνεται στις προσδοκίες και των Ελληνοκυπρίων.
«Το εγχείρημα απαιτεί αποφασιστικότητα, αλλά και σταθερότητα στις θέσεις μας» υπέδειξε, εξηγώντας ότι «διεκδικούμε μία λύση που θα μετατρέψει τις επιδιώξεις μας σε ένα λειτουργικό σύστημα στο πλαίσιο της συμφωνημένης αρχής για διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία».
Είπε ότι είναι υποχρεωμένος να μιλά τη γλώσσα της αλήθειας και όχι τι, πιθανότατα, να ήταν αρεστό να ακουστεί, εξηγώντας σε αυτό το πλαίσιο ότι από το 1977 οι Συμφωνίες Κορυφής αναγνώρισαν ως βάση λύσης του Κυπριακού τη δικοινοτική, τότε, και διπεριφερειακή, που αργότερα μετετράπη σε διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία.
Εξήγησε επίσης ότι δεν πρέπει να παραγνωρίζεται ότι «εμείς οι ίδιοι προσφεύγοντας στα Ηνωμένα Έθνη είχαμε επιδιώξει και πετύχαμε σωρεία ψηφισμάτων ή αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας που καθορίζουν τα πλαίσια στα οποία μπορεί να κινηθούμε για την επίτευξη της λύσης».
Την ίδια ώρα, πρόσθεσε, το απαράδεκτο στάτους κβο που επικρατεί στην κατεχόμενη πατρίδα μας αλλοίωσε ή αλλοιώνει βασικά συστατικά μιας οπωσδήποτε δίκαιης, επιθυμητής λύσης.
Κάτι βέβαια, που όπως υπέδειξε, «δεν σημαίνει και πως θα πρέπει να εγκαταλείψουμε τις επιδιώξεις και προσδοκίες προκειμένου να δημιουργήσουμε συνθήκες μιας χώρας, η οποία θα σέβεται απόλυτα τα ανθρώπινα δικαιώματα και θα είναι ανάλογη όσον αφορά τη δομή και τη λειτουργία με όλα τα υπόλοιπα των ευρωπαϊκών κρατών».
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας συνέχισε εκθειάζοντας το γεγονός εμπλοκής για πρώτη φορά της ΕΕ ενεργά στην όλη διαδικασία επίλυσης, τονίζοντας μάλιστα ότι «το (ευρωπαϊκό) κεκτημένο αποτελεί κεκτημένο και των συνομιλιών». Τα ανθρώπινα δικαιώματα, συμπλήρωσε, «είναι ακριβώς από τα θέματα για τα οποία λέμε ότι η σταθερότητα στις αρχές και η διεκδίκηση στα ελάχιστα που ο κάθε Ευρωπαίος πολίτης δικαιούται είναι εκ των ων ουκ άνευ».
Την ίδια στιγμή ξεκαθάρισε, τονίζοντας «προς κάθε κατεύθυνση» ότι στην προσπάθεια για επίλυση του Κυπριακού δεν παραγνωρίζονται οι ευαισθησίες ή και ανησυχίες του συνόλου του λαού, αλλά ιδιαίτερα των Ελληνοκυπρίων και πιο συγκεκριμένα εκείνων που είπαν «όχι» στο δημοψήφισμα του 2004.
Διαβεβαίωσε ότι η προσπάθεια είναι η όποια λύση να είναι αποδεκτή και από τους Ελληνοκύπριους διότι θα ανταποκρίνεται στις έγνοιες, στις αγωνίες, στις δίκαιες διεκδικήσεις, αλλά και στις προσδοκίες τους.
Ξεκαθάρισε, επίσης, ότι η επιδίωξη δεν είναι να υπάρξουν νικητές και ηττημένοι, κάτι που όπως είπε, έχει διαβιβάσει και καταστήσει σαφές, υποδεικνύοντας πως «εκείνος που θα θεωρεί ότι είναι νικητής ή εκείνος που θα θεωρεί ότι πέτυχε σε βάρος του άλλου, την ίδια ώρα θα πρέπει να συνειδητοποιεί ότι κτίζει πάνω σε κινούμενη άμμο».
Αν η λύση δεν γίνει αποδεκτή με πλήρη σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από όλους, δεν θα είναι δυνατόν να λειτουργήσει, εξήγησε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και πρόσθεσε ότι «προσπάθεια μας είναι να πετύχουμε μια λύση που να μας απαλλάσσει από τα κατοχικά στρατεύματα, να ελευθερώνει την πατρίδα μας, να την επανενώνει και να διασφαλίζει του καθενός Κυπρίου πολίτη τα δικαιώματα, την ελεύθερη διακίνηση, την ελεύθερη άσκησης επαγγέλματος, ελεύθερης εγκατάστασης, ελεύθερης διαμονής».
Αναφέροντας πως δεν μπορεί να κάνει αναφορά στην πρόοδο που έχει παρατηρηθεί ή στις δυσκολίες που ακόμα αντιμετωπίζονται, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης σημείωσε πως αυτό που μπορεί ωστόσο να πει είναι ότι κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει το απαράδεκτο της σημερινής κατάστασης, κατάσταση η οποία «όσο ο χρόνος περνά και συντηρείται τόσο δυσκολότερη θα είναι».
«Δεν είναι αρκετό να σας πω ότι θα ξαναποκτήσουμε, όπως θα τα θέλαμε ενδεχόμενα ενωρίς, αυτό που απόλυτα θα μας ικανοποιούσε. Έχουν μεταβληθεί, δυστυχώς, οι συνθήκες. Μεγάλη γενιά των προσφύγων μας έχει αποδημήσει εις Κύριον. Πλείστοι όσοι δεν επιδιώκουν να επισκεφθούν τις κοινότητες καταγωγής. Εκλείπει σταδιακά ο δεσμός με τις εστίες των προγόνων μας», σημείωσε.
Επεισόδια κατά Τ/κ και εγγυήσεις
Στο πλαίσιο της ομιλίας του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας τόνισε πως το ζητούμενο και η επιδίωξη πέρα από τα ανθρώπινα δικαιώματα και την απαλλαγή από τα κατοχικά στρατεύματα είναι και η «απαλλαγή από απαράδεκτες συνθήκες, τάχα, εγγυήσεις».
Για αυτό και όπως εξήγησε, απευθύνει έκκληση όπως εκλείψει κάθε μορφή χουλιγκανισμού ή – εν ονόματι της πατρίδας – συμπεριφορά, όπως η ανάλογη των τελευταίων δυστυχώς, επεισοδίων (κατά Τ/κ), τονίζοντας πως τέτοια περιστατικά τους μόνους που υπηρετούν είναι την Τουρκία και τα ακραία στοιχεία των Τουρκοκυπρίων, τα οποία με πρόσχημα την ασφάλεια εμμένουν στις εγγυήσεις.
Απηύθυνε παράλληλα έκκληση αλλά και προειδοποίηση προς τον κυπριακό ελληνισμό όπως αναλάβουν όλοι από κοινού «την ευθύνη και της διαπαιδαγώγησης και της αποτροπής αναλόγων φαινομένων», φέρνοντας ως παράδειγμα τους παρευρισκόμενους αγωνιστές, οι οποίοι, όπως υπέδειξε, κατά τον απελευθερωτικό αγώνα, ουδέποτε είχαν στραφεί κατά των συμπατριωτών μας Τουρκοκυπρίων. «Άλλοι είναι που με το δόγμα του `διαίρει και βασίλευε` φρόντισαν με προκλήσεις να δημιουργήσουν εντάσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων», πρόσθεσε.
Και υπέδειξε πως θα πρέπει όλοι να κατανοήσουμε ότι όπως συμβιώνουμε με τους υπόλοιπους λαούς της Ευρώπης και συνδημιουργούμε κατά τον ίδιο τρόπο θα πρέπει να ζήσουμε και με τους συμπατριώτες μας. «Και θα μπορέσουμε βεβαίως να ζήσουμε αν και οι ίδιοι κατανοήσουν ότι θα πρέπει να σεβαστούν και τα δικαιώματα των Ελληνοκυπρίων», συμπλήρωσε.
Έκκληση προς τις πολιτικές δυνάμεις
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εξήγησε πως το ότι δεν έκανε αναφορά στις δυσχέρειες, ή δεν έδωσε λεπτομέρειες για την πρόοδο ή και για τις δυσκολίες, αυτό δεν σημαίνει πως ο λαός θα μείνει στα τυφλά ή ότι θα κρατείται μακράν των εξελίξεων.
«Όμως, εξαγγέλλεις κάτι όταν ολικά έχει συμφωνηθεί» εξήγησε, υπενθυμίζοντας πως καθώς βασική αρχή των διαπραγματεύσεων είναι ότι τίποτα δεν συμφωνείται αν δεν συμφωνηθούν τα πάντα, μπορεί να γίνει εύκολα κατανοητό από όλους «πόσο επικίνδυνο είναι είτε να καλλιεργήσεις προσδοκίες είτε να καλλιεργήσεις απαισιοδοξία χωρίς να έχεις κάτι το συγκεκριμένο μπροστά σου».
Διαβεβαίωσε ωστόσο ότι «κανένας δεν θα μείνει μακράν της ενημέρωσης, της πλήρους ενημέρωσης», καθώς, όπως εξήγησε, «στο τέλος-τέλος δεν είναι ο όποιος ηγέτης που θα υπογράψει τη λύση, αλλά ο λαός θα αποφασίσει αν θα την αποδεχτεί ή θα την απορρίψει».
Γι` αυτό και, όπως εξήγησε, απευθύνει θερμή έκκληση και προς τις πολιτικές δυνάμεις και προς όλους, να μη βιάζονται για να προκρίνουν τι είναι αυτό που θα έρθει, τι είναι αυτό που θα προβλέπει η λύση ωσάν να είναι παρόντες και διαπραγματεύονται. «Αρκεί, και παρακαλώ να γίνει σεβαστό, να ενημερώνονται και θα ενημερώνονται οι πολιτικές δυνάμεις, όταν υπάρχουν κάποια αποτελέσματα, αλλά και κάποιες διεργασίες», όπως συμπλήρωσε.
Εξήγησε, επίσης, ότι η διαπραγματευτική ομάδα δεν αποτελείται από εκλεκτούς του ιδίου, αλλά αποτελείται από εκλεκτούς που υπέδειξαν οι ίδιες οι πολιτικές δυνάμεις και πως συνεπώς, συμμετέχουν στη διαμόρφωση των θέσεων όσοι έχουν την εντολή να συμβουλεύουν τον διαπραγματευτή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
«Οι Τεχνικές Επιτροπές, που ετοίμασαν τις θέσεις που υποβάλαμε εφ’ όλης της ύλης, αποτελούνται από άτομα είτε καθ’ υπόδειξη των πολιτικών δυνάμεων είτε από καταξιωμένους πανεπιστημιακούς. Συνεπώς, δεν είναι κάτι που προετοιμάζεται με βάση την αρχή του ενός. Είναι με βάση την αρχή της συλλογικότητας», υπέδειξε.
Και τόνισε πως αν υπάρχει η προοπτική της επιτυχίας, αυτή θα προκύψει μόνο μέσα από την ενότητα.
Σημείωσε ακολούθως, ενόψει και των επερχόμενων εκλογών, πως είναι κατανοητή η κριτική στην Κυβέρνηση για θέματα εσωτερικής διακυβέρνησης, αλλά και το δικαίωμα του καθενός να ασκήσει ακόμα αυστηρότερη κριτική εάν υπάρχει συγκεκριμένη, τεκμηριωμένη άποψη ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπαναχώρησε από τις ομόφωνες αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου του Σεπτέμβρη του 2009.
«Ή θα ενεργούμε συλλογικά και θα τιμούμε αυτά τα οποία έχουμε συμφωνήσει ή θα παρεκτρεπόμαστε και κατά καιρούς, χάρη πολιτικών σκοπιμοτήτων, θα ακολουθούμε ο καθένας τη δική του γραμμή. Και εάν δεν ενώσουμε δυνάμεις, εάν δεν αποφύγουμε τη διάσπαση δεν θα επιτύχουμε παρά την οριστική διχοτόμηση και θα θέσουμε και σε κίνδυνο ολόκληρο τον ελληνισμό και το υπόλοιπο που σήμερα είναι το υπό την εποπτεία και διακυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας έδαφος», πρόσθεσε.
Και διαβεβαίωσε τέλος πως αν είναι κάτι που ο ίδιος οραματίζεται και θέλει είναι να δει να δικαιώνονται οι ψυχές όσων έδωσαν τη ζωή τους για την ελευθερία και οι αγώνες των αγωνιστών και των πολιτικών κρατουμένων της απελευθερωτικού αγώνα του `55-`59 για να διατηρήσουμε τον Ελληνισμό στην Κυπριακή Δημοκρατία, όπως και αν αυτή μετεξελιχθεί.
Για τα κρατητήρια Κοκκινοτριμιθιάς, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε πως όπως και τα άλλα κρατητήρια, στην Πύλα, το Πολέμι την Αγύρτα και αλλού που ανέγειραν οι Άγγλοι για να καταπνίξουν τα εθνικά αισθήματα, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μουσειακοί χώροι, όπου η συλλογική μνήμη εγείρει αισθήματα περηφάνιας.
Εξέφρασε στο πλαίσιο αυτό τη συγκίνηση και υπερηφάνειά του που βρέθηκε σήμερα μαζί με τους πολιτικούς κρατούμενους του απελευθερωτικού αγώνα, ευχαριστώντας θερμά τους αγωνιστές και συναγωνιστές και συγγενείς των δεκάδων ηρώων της κυπριακής ελευθερίας για την τιμητική πρόσκληση που του απηύθυναν και το Σύνδεσμο Πολιτικών Κρατουμένων, αλλά και τους υπολοίπους των Συνδέσμων για τη διοργάνωση της σημερινής εκδήλωσης.
Στο πλαίσιο της εκδήλωσης στη μνήμη των αγωνιστών της κυπριακής ελευθερίας τελέστηκε τρισάγιο και ακολούθησε κατάθεση στεφάνων στο μνημείο των πολιτικών κρατουμένων που βρίσκεται στο χώρο.
Ακολούθησε εκδήλωση με την προβολή ντοκιμαντέρ για την ιστορία των Κρατητηρίων, καλλιτεχνικό πρόγραμμα και ξενάγηση στους μουσειακούς χώρους των Κρατητηρίων. ΚΥΠΕ