Ξεκίνησε στην Βουλή η «μητέρα των κοινοβουλευτικών μαχών» με την συζήτηση του Κρατικού Προϋπολογισμού του 2017. Ο Πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδος Νίκος Νικολόπουλος είναι ένας εκ των ειδικών εισηγητών ως ανεξάρτητος Βουλευτής και ως εκ τούτου είχε την «άνεση» του χρόνου , ώστε να παρουσιάσει και εναλλακτικές προτάσεις «σε αυτό το περιβάλλον της αυξημένης διεθνούς πολιτικής αβεβαιότητας, που συνιστά απειλή για την οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία», όπως μεταξύ άλλων είπε.
Και κατέληξε: «Πρέπει άμεσα να επιστρέψει η χώρα στην βιωσιμότητα. Και τούτο θα γίνει εάν, όπως προσδοκώ, δοθεί λύση για το χρέος με διάφορες παραμετρικές αλλαγές, καθώς να προσφερθεί και η περίφημη ποσοτική χαλάρωση που θα είναι το «φιλί της ζωής» για τις τράπεζες.
Εμείς δεν θέλουμε μία χώρα στην οποία η κρίση θα δημιουργήσει ευκαιρίες για αρπακτικά. Θέλουμε να μπούμε στο QE, να βγούμε στις αγορές και να δανειζόμαστε φθηνότερα. Να συμφωνήσουμε σ ένα πραγματικό σχέδιο προσέλευσης επενδύσεων, που θα φέρει πραγματική ανάκαμψη μέσα από την συγκεκριμένη και υπερβατική στρατηγική προσέλκυσης σημαντικών επενδύσεων.
Δυστυχώς όμως ο νέος προϋπολογισμός φέρνει μία ακόμη καταιγίδα φόρων, που όχι μόνο λειτουργεί ενάντια στο στόχο της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, αλλά υπονομεύει ακόμη και τις ίδιες του τις προβλέψεις…
Εμείς απαιτούμε οι Υπουργοί να αφήσουν τώρα στην άκρη τις ανούσιες αντιπαραθέσεις. Οφείλουν να πράξουν και να αναλάβουν δράση με γνώμονα το συμφέρον της χώρας και να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί στην σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας, παραμένοντας συνεπείς στις δεσμεύσεις τους. Το 2017 πρέπει να είναι έτος ανάπτυξης, γιατί η Ελλάδα δεν έχει πλέον άλλη επιλογή.
Τα κυριότερα σημεία της τοποθέτησης του Νίκου Νικολόπουλου είναι τα ακόλουθα:
«Κυρίες και Κύριοι συνάδελφοι,
Θέλω ευθύς εξ αρχής να τονίσω πως για τον προϋπολογισμό που κατατέθηκε έχω να καταθέσω μόνο την απογοήτευσή μου. Η τραγωδία συνεχίζεται, η κοινωνία στενάζει, η οικονομία είναι βαλτωμένη κι εμείς θα καθόμαστε εδώ να συζητάμε για αριθμούς, όταν στην ουσία πρόκειται για ανθρώπους. Το καταλαβαίνουμε όλοι αυτό;
Το καταλαβαίνουμε πως μιλάμε για ανθρώπινες ψυχές και όχι για απλούς αριθμούς στο εξέλ που θα περάσει από τον έλεγχο των δανειστών; Συνειδητοποιούμε όλοι τις ευθύνες μας έναντι των Ελλήνων και των Ελληνίδων που μας έστειλαν εδώ για να τους εκπροσωπούμε;
Τι μας καλεί δηλαδή η κυβέρνηση να κάνουμε; Να πούμε ναι σε αύξηση φόρων ύψους 2,4 δισ. ευρώ; Όταν οι πολίτες δεν μπορούν να πληρώσουν ούτε τους περσινούς, ούτε τους προπέρσινους, ούτε τους παραπροπέρσινους φόρους από πού θα βγουν αυτά τα 2.4 δις;
Το μεγαλύτερο δε μέρος είναι από την αύξηση έμμεσων φόρων που είναι ακόμα πιο κοινωνικά άδικοι. Τι να το κάνουμε ότι διπλασιάζεται το πρωτογενές πλεόνασμα όταν η κοινωνία και η οικονομία στενάζουν κι υποφέρουν;
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Εδώ πλέον μιλάμε για σφαγείο. Οι πολίτες με άδειες τσέπες πλέον οδηγούνται στη φτώχεια και την ανέχεια. Στην απόγνωση και στην κατάθλιψη. Είμαι στην πολιτική για να λέω την άποψή μου. Γι αυτό ζητάω την ψήφο των συμπολιτών μου. Αυτοί είναι οι εντολοδόχοι μου.
Δεν είναι εντολοδόχοι μου οι δανειστές και το γεγονός πως διπλασιάστηκε το πλεόνασμα δεν αφορά τους δικούς μου εντολοδόχους. Στην κοινωνία διπλασιάστηκε η μιζέρια και η φτώχεια. Αλλά μαζί με τους φόρους λειτουργεί κι ο κόφτης. Κι άλλος περιορισμός δαπανών.
Μου αρέσει που χειροκροτούσαν όλοι τον Ομπάμα όταν μιλούσε για το πώς οι δημόσιες δαπάνες υποβοηθούν στην ανάπτυξη κι εδώ η μεν κυβέρνηση κάνει τα αντίθετα, η δε αξιωματική αντιπολίτευση υπερθεματίζει, ώστε να μη μείνει πέτρα πάνω σε πέτρα στο δημόσιο, ώστε να καταργηθούν και τα τελευταία απομεινάρια των συλλογικών συμβάσεων;
Αλήθεια ποιον εκπροσωπεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης; Μήπως την λαϊκή βάση, μήπως τον συντηρητικό λαϊκό κόσμο του Λαϊκού κόμματος; Ή μήπως μια ελίτ και τα συμφέροντα της; Πως τολμά να ξεστομίζει, μόλις χθες, ότι είναι ιδεοληψία οι συλλογικές συμβάσεις; Είναι αδιανόητο να ταυτίζεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης με το ΔΝΤ και τους εργοδότες και να ζητά την περαιτέρω ισοπέδωση των εργασιακών σχέσεων. Δεν μπορώ να το πιστέψω ότι με τόση ευκολία δίνει βορά, τον κόσμο της εργασίας τις επιλογές των εργοδοτών του.
Κύριοι συνάδελφοι ασφαλώς και δεν θα περίμεναν ακούσει εμένα έναν κλασσικό πολιτικό της κοινωνικής κεντροδεξιάς, αλλά νόμιζα πως θα άκουγε τουλάχιστον τους μπαρουτοκαπνισμένους αγωνιστές της ΔΑΚΕ, οι οποίοι πριν λίγες μέρες κατήγγειλαν τον ΣΕΒ. Λέγοντας πως ο ΣΕΒ, ταυτιζόμενος με τις θέσεις του ΔΝΤ, για τις συλλογικές συμβάσεις προσβάλλει τους κοινωνικούς εταίρους και είναι παράδειγμα προς αποφυγήν.
Σήμερα τι έχουν να πουν που τα ίδια ακριβώς λέει ο Κυριάκος Μητσοτάκης;
Επιτέλους θα πρέπει να μάθουμε γιατί ο κ. Μητσοτάκης δεν ακούει τις αγωνίες των απλών εργαζόμενων; Γιατί δεν ακούει τη φωνή των δικών του συνδικαλιστών; Τέλος πάντων ευτυχώς, δεν διαπραγματεύεται αυτός και έτσι δεν θα έχει την χαρά να εκχωρήσει και την τελευταία γραμμή άμυνας των ανθρώπων του μεροκάματου
Αυτός είναι ο προϋπολογισμός σας, κύριοι της κυβέρνησης και λυπάμαι πολύ γι αυτό.
Κατανοώ ασφαλώς πως καλείστε να πληρώσετε στα σπασμένα των «άλλων», όμως δεν βλέπω κι από σας την αποφασιστικότητα που απαιτείται.
Ώρες – ώρες μου δίνετε την εντύπωση κύριοι της κυβέρνησης πως απλά εξαγοράζετε χρόνο.
Όμως αυτό είναι πολιτική «μπακαλική», δεν είναι η εθνικά υπεύθυνη ηγεσία που έχει ανάγκη η πατρίδα μας τούτες τις δύσκολες εποχές. Προσαρμοστήκατε κύριοι στο «καλούπι» των δανειστών. Με αόριστες υποσχέσεις περί διευθέτησης του χρέους που δεν ανταποκρίνονται όμως σε πραγματικές προθέσεις – και καλό είναι σταματήσουμε να κοροϊδευόμαστε – μεταξύ μας, έχετε παραδοθεί και είστε με τα χέρια κάτω και λέτε ναι σε όλα. Εμείς συνεχίζουμε να παίρνουμε μέτρα μέχρι να ολοκληρωθεί ο κύκλος των εκλογικών αναμετρήσεων στην Ευρώπη. Αυτή είναι η μεγάλη αλήθεια. Και όσο περιμένουμε τους μονίμως αναποφάσιστους Ευρωπαίους, η χώρα καταρρέει. Εμείς παίρνουμε μέτρα κι αυτοί μας έχουν μονίμως και σταθερά στο «η κλήση σας προωθείται». Λοιπόν έτσι δεν πρόκειται να πάμε μακριά.
Μπορεί η Κυβέρνηση να ελπίζει ότι το 2017 θα υπάρξει βελτίωση κάποιων εκ των μακροοικονομικών δεικτών, αλλά το έργο το έχουμε ξαναδεί.
Όλα τα μέτρα που λαμβάνονται κάθε φορά χαρακτηρίζονται ως «τελευταία» πριν γυρίσουμε στην ανάπτυξη. Και κατέληξε η λέξη να είναι σύντομο ανέκδοτο. Γελάνε με το «έρχεται η ανάπτυξη» στα καφενεία όλη της Ελλάδας. Να σταματήσουμε λοιπόν να είμαστε το κλοτσοσκούφι του Σόιμπλε. Γιατί συζητούμε σήμερα τον προϋπολογισμό του 2017 μέσα σε ένα ζοφερό κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον.Για τα επιφανή μέλη της Βουλής που, όπως προκύπτει από τις πολιτικές τους δηλώσεις, δεν έχουν σύνδεση με την πραγματικότητα, αλλά ακόμα και για αυτούς που μπορούν να αφουγκραστούν, να νιώσουν και να δουν τις συνθήκες μέσα στις οποίες διαβιεί η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων θα παραθέσω μερικά από τα συγκλονιστικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, που πρόσφατα είδαν το φως της δημοσιότητας.
Είναι αριθμοί, αλλά είναι αριθμοί που αφορούν ανθρώπους, συμπολίτες, συνέλληνες. Με βάση, λοιπόν, τα στοιχεία της Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών ∆ιαβίωσης των Νοικοκυριών 2015, o πληθυσμός που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισµό ανέρχεται στο 35,7% του πληθυσµού της Χώρας. Ο κίνδυνος φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισµού είναι υψηλότερος στην περίπτωση των ατόµων ηλικίας 18-64 ετών (39,4%) Σε απόλυτους αριθμούς τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιµώνται σε 860.117 σε σύνολο 4.195.840 νοικοκυριών, και τα µέλη τους σε 2.293.172 στο σύνολο των 10.723.089 ατόµων του πληθυσµού της Χώρας.
Το κατώφλι της φτώχειας, για να ξέρουν όλοι τι εννοούμε, ανέρχεται, άκουσον – άκουσον, στο ποσό των 4.512 ευρώ ετησίως ανά άτοµο, δηλαδή σε 376 ευρώ μηνιαίως, δηλαδή οι Έλληνες με ατομικό εισόδημα 390 ή 400 ευρώ και οι συνταξιούχοι των 500 ευρώ δεν συμπεριλαμβάνονται στο 35,7% ή στο 39,4% ή στα 2.293.172 των φτωχών αλλά σε αυτούς που ζουν αξιοπρεπώς.
Είναι θλιβερό το πώς η στατιστική ωραιοποιεί την πραγματικότητα και το πως προσπαθεί να μας παρασύρει μακριά από την ουσία της. Αλλά, ποια ήταν η συνταγή που «υπεραπέδωσε» το 2016, την οποία επιχειρούμε να επαναλάβουμε και για το 2017; Έμφαση στους έμμεσους φόρους και ιδιαίτερα στην αύξηση του συντελεστών του ΦΠΑ (437 εκατ. προσδοκώμενα έσοδα για το 2017), ιδίως στα είδη πρώτης ανάγκης, αυτά που προμηθεύεται η ελληνίδα νοικοκυρά από το σούπερ μάρκετ όπου είναι δύσκολη η φοροδιαφυγή.
Και παράλληλα μια σειρά από – υποτίθεται μικρές – επιβαρύνσεις σε πολλά διαφορετικά είδη λαϊκής κατανάλωσης (καύσιμα 422 εκ, τσιγάρα 142 εκ, καφές 62 εκ, μπύρα 62 εκ, σταθερή τηλεφωνία 54 εκ κλπ) με το σκεπτικό, όπως το εξήγησε και μια συνάδελφος παλιότερα, ότι δεν μπορεί κανείς να καπνίζει και να πίνει και μπύρα και καφέ.
Συνολικά κατά 1,4 δις ευρώ προγραμματίζεται να αυξηθούν οι έμμεσοι φόροι. Ξέρετε ποιο είναι το ποσοστό συμμετοχής των έμμεσων φόρων στο σύνολο της φορολογίας στη χώρας μας; Πλησιάζει το 38%, όταν ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι κάτω από 35% και σε πολλές χώρες, όπως η Γερμανία κάτω από 30%. Και εμείς πάμε να αυξήσουμε κι άλλο αυτό το ποσοστό. Κι εγώ σας λέω δεν πάει άλλο! Αυξάνετε βέβαια την ίδια ώρα και την άμεση φορολογία. Σχεδόν ένα δις προσδοκάτε από την αναμόρφωση του κώδικα φορολογίας εισοδήματος και 700 εκατ. από την αναμόρφωση των συντελεστών και την παράταση της εισφοράς αλληλεγγύης. Και μας λέτε ότι η αύξηση αυτή δεν θα επιβαρύνει τα λαϊκά εισοδήματα, αλλά μόνο τους ευπορότερους. Κάποια στιγμή όμως, πρέπει να σταθούμε και να αναλογισθούμε ποιοι είναι αυτοί οι εύποροι στη χώρα μας;
Αυτό που κάποτε ονομάζαμε μεσαία τάξη έχει φτωχοποιηθεί προ πολλού. Την έχουμε ξεζουμίσει τη μεσαία τάξη επειδή δεν κατεβαίνει στους δρόμους. Το αποτέλεσμα το βλέπετε στα στατιστικά στοιχεία του Υπουργείου Οικονομικών. Αυξάνονται μεν τα έσοδα, αλλά αυξάνονται με τον ίδιο ρυθμό και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές. Μόνο το Σεπτέμβριο αυξήθηκαν κατά 10 εκατ και το σύνολο πλησιάζει, αν δεν ξεπέρασε ήδη τα 100 εκατ. Μπορεί κάποιος να μου εξηγήσει την οικονομική λογική του να αυξάνεις τους συντελεστές της φορολογίας και να μην εισπράττονται οι φόροι;
Κυρίες και κύριοι,
Ο κ. Πρωθυπουργός έδωσε πράγματι τον Ιούλιο του 2015 μια σκληρή μάχη, με την πλάτη στο τοίχο, για να πετύχει τους καλύτερους δυνατούς όρους στη συμφωνία με τους πιστωτές μας. Κανείς δεν το αρνείται αυτό. Όμως τα υπερβολικά πλεονάσματα του προϋπολογισμού τα οποία αποδέχθηκε και συνυπογράψαμε όλοι πέρσι το καλοκαίρι δεν πρόκειται να αφήσουν τον ελληνικό λαό να ανασάνει και την ελληνική οικονομία να αναπτυχθεί. Αν δεν πετύχουμε άμεσα τη μείωση των στόχων των πρωτογενών πλεονασμάτων, σας το υπογράφω ότι βιώσιμη ανάπτυξη δεν πρόκειται να δούμε. Και πράγματι η κυβέρνηση επαναδιαπραγματεύεται το σημείο αυτό. Μένω όμως με την απορία; Βοηθά τη διαπραγμάτευση αυτή η υπέρβαση των στόχων που εξαγγέλλουμε και διατυμπανίζουμε; Την ώρα που προσπαθούμε να διεκδικήσουμε στόχο 1,5% (όσο δηλαδή προτείνει και το ΔΝΤ) τι εξυπηρετεί να ανακοινώνουμε ότι το 2017 θα πάμε για 2% αντί για το συμφωνημένο 1,75%;
Για να έρθει και να μας πει ο Σόιμπλε, «ωραία τα καταφέρατε, πάμε τώρα για 4% αντί για 3% το 2018»; Δηλαδή βγάζουμε να μάτια μας μόνοι μας; Πραγματικά δεν το καταλαβαίνω, εκτός κι αν ο στόχος είναι από αυτό το πλεόνασμα να μοιράσουμε κάποια ψίχουλα κοινωνικού μερίσματος στους δικούς μας στην πλάτη όσων άντεξαν από τη μεσαία τάξη. Δεν είναι καλύτερη η εικόνα σε ότι αφορά στις δαπάνες. Προβλέπεται μείωση κατά 3,7%, ή 1,7 δις περίπου. Η μεγαλύτερη μείωση θα προέλθει από το μαχαίρι στις συντάξεις κατά περίπου 600 εκατομμύρια, λίγο παραπάνω από την υπέρβαση του στόχου του πλεονάσματος που προγραμματίζετε.
Και ρωτώ πάλι, γιατί; Κόβετε τις συντάξεις κατά 600 εκατ. ακόμη για να πετύχουμε ένα πλεόνασμα κατά περίπου 600 εκατ. μεγαλύτερο από αυτό που συμφωνήσαμε. Την ίδια ώρα οριακά μόνο μειωμένες κατά 100 εκατ. είναι οι δαπάνες για τόκους για το χρέος, ενώ καθηλωμένες στο 3,7% του ΑΕΠ είναι οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Σας το ξαναλέω: με αυτές τις προϋποθέσεις, και με τις καλύτερες των προθέσεων ανάκαμψη δεν θα έρθει. Κα όμως ο στόχος του προϋπολογισμού είναι ανάπτυξη 2,7% για το 2017. Θέλω πολύ να συμμερισθώ την αισιοδοξία σας, αλλά δεν μπορώ.
Κυρίες και κύριοι,
Δεν έχουμε την πολυτέλεια να σκεφτούμε καν ότι αυτή η κυβέρνηση μπορεί να αποτύχει στο έργο της, όμως η ψήφιση του προϋπολογισμού αποτελεί κορυφαία στιγμή της κοινοβουλευτικής διαδικασίας, κατά την οποία είθισται να θεωρείται η ψήφος μας λευκή επιταγή στην Κυβέρνηση. Και τέτοια επιταγή το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα Ελλάδος δεν δίνει.
Κυρίες και Κύριοι συνάδελφοι, ωστόσο δεν έχει παρά να συμφωνήσει κανείς με τον πρωθυπουργό. Είπε στους βουλευτές του, ότι η κοινωνία δεν είναι δυσαρεστημένη επειδή υπήρχε άλλη επιλογή, αλλά επειδή αργεί η ανάκαμψη. Και πράγματι αυτό ισχύει. Ισχύει όμως και κάτι άλλο. Αν τα πράγματα πήγαιναν καλύτερα, θα είχε αρχίσει να γέρνει προς το παρελθόν τόσο η οργή για την πρόκληση της κρίσης όσο και η αγανάκτηση για τις πολιτικές και οικονομικές αποφάσεις που επιβλήθηκαν για την αποφυγή της χρεοκοπίας. Δεν θα είχε δοθεί άφεση, σίγουρα όμως το βάρος θα είχε πέσει στην επόμενη μέρα. ΑΛΛΑ κάθε επόμενη μέρα που έρχεται θυμίζει πολύ την προηγούμενη. Και ο κόσμος τείνει να απαυδήσει. ΚΑΛΕΙ λοιπόν ο Πρωθυπουργός τους Υπουργούς του να προχωρήσουν σε αποτελεσματικότερες αποφάσεις.
Εδώ όμως μπαίνει ένα ερώτημα. Είναι σε θέση εφαρμόζοντας οι Υπουργοί την πολιτική των δανειστών, υλοποιώντας την συνταγή της λιτότητας να αποφέρουν οποιοδήποτε αποτέλεσμα;
Το μέχρι σήμερα κατατεθειμένο δείγμα γραφής της δεν μας προδιαθέτει και πολύ θετικά.
ΕΔΩ που έχουμε φτάσει, όμως, δεν υπάρχουν περιθώρια. Για όλους λοιπόν αυτούς τους λόγους που σας εξέθεσα νωρίτερα και ειδικότερα την υπέρμετρη επιβάρυνση των λαϊκών εισοδημάτων τόσο από τα εισπρακτικά μέτρα όσο και από τις μειώσεις των δαπανών του προϋπολογισμού, η συνείδησή μου με υποχρεώνει να καταψηφίσω τον προϋπολογισμό του 2017. Σας ευχαριστώ»
olympia.gr