Ζήτημα αναθεώρησης των συνόρων της ευρύτερης περιοχής έθεσε εκ νέου ο πρόεδρος της Τουρκίας, μιλώντας τo περασμένο Σάββατο σε εκδήλωση στο Πανεπιστήμιο της Ριζούντας του Πόντου, ελάχιστες ώρες πριν ξεκινήσει η στρατιωτική επιχείρηση για την απελευθέρωση της Μοσούλης.
«Τα φυσικά μας σύνορα είναι διαφορετικά από τα σύνορα της καρδιάς μας. Σεβόμαστε τα φυσικά σύνορα, αλλά δεν μπορούμε ούτε θα επιτρέπουμε σε κανέναν να χαράξει σύνορα στην καρδιά μας» ήταν η φράση-κλειδί που χρησιμοποίησε ο Recep Tayyip Erdoğan. «Η Τουρκία δεν είναι μόνο η Τουρκία. Εκτός από τα 79 εκατομμύρια των πολιτών της, φέρει ευθύνη και απέναντι στα εκατοντάδες εκατομμύρια αδέλφια μας στη γεωγραφική περιοχή με την οποία μας συνδέουν ιστορικοί και πολιτισμικοί δεσμοί», σημείωσε ο Erdoğan, υπογραμμίζοντας ότι «η Τουρκία πάντοτε αγκάλιαζε όλους τους καταπιεσμένους πληθυσμούς και τα θύματα και ποτέ δεν εγκαταλείψαμε τους ομοεθνείς μας μόνους».
Yπεραμυνόμενος του ρόλου που διεκδικεί η Άγκυρα σε Ιράκ και Συρία, σε μία συγκυρία κατά την οποία κρίνεται το μέλλον της Μοσούλης και του Χαλεπίου, o Erdoğan υπογράμμισε ότι η Τουρκία «δεν μπορεί να γυρίσει την πλάτη της στο Χαλέπι. Η Τουρκία δεν μπορεί να αγνοήσει τους συγγενείς μας στη Δυτική Θράκη, την Κύπρο, την Κριμαία και αλλού. Δεν μπορούμε να αφήσουμε τη Λιβύη, την Αίγυπτο, τη Βοσνία και το Αφγανιστάν μόνες τους με τα προβλήματά τους. Αλλιώς, θα νιώθαμε ντροπιασμένοι τόσο ενώπιον της ιστορίας μας όσο και ενώπιον των αδελφών μας που ζουν εκεί, των οποίων οι καρδιές χτυπούν μαζί με τις δικές μας».
Κάνοντας σαφή και ονομαστική αναφορά στον «Εθνικό Όρκο» (Misakı Millî), ο Erdoğan υποστήριξε ότι η Τουρκία διατηρεί παρεμβατικά δικαιώματα στα εδάφη της άλλοτε οθωμανικής αυτοκρατορίας: στο Ιράκ, τη Συρία, την Γεωργία, την Κριμαία, το Αζερμπαϊτζάν, το Καραμπάχ, τα Βαλκάνια και τη Βόρεια Αφρική. «Γίνεται να φανταστεί κανείς την Αδριανούπολη χωριστά από τη Θεσσαλονίκη ή το Κίρτζαλι; Πώς μπορείτε εσείς να θεωρήσετε ότι το Γκαζιαντέπ και το Χαλέπι, το Μαρντίν, τη αλ-Χασάκα, ή τη Σύρτη και τη Μοσούλη ότι είναι μέρη που δεν έχουν καμία σχέση το ένα με το άλλο; Βλέπετε κάτι από εμάς σε κάθε χώρα της Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής, μεταξύ της επαρχίας Χατάι και του Μαρόκου. Σίγουρα συναντάτε τα ίχνη των προγόνων μας σε κάθε βήμα της γεωγραφίας που εκτείνεται από τη Θράκη έως την Ανατολική Ευρώπη», ήταν οι ακριβείς του δηλώσεις. [1]
Υπενθυμίζεται ότι ο «Εθνικός Όρκος» που εγκρίθηκε σε κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης στις 28 Ιανουαρίου 1920 αποτελούσε πλαίσιο 6 στόχων εξωτερικής πολιτικής του Μουσταφά Κεμάλ, μεταξύ των οποίων ότι «το νομικό καθεστώς της Δυτικής Θράκης θα πρέπει οριστεί, με κατάλληλο τρόπο, ως αποτέλεσμα δημοψηφίσματος που θα διεξαχθεί ελεύθερα».
Για να γίνει πλήρως αντιληπτή η ουσία του «Εθνικού Όρκου» παρατίθεται η ακόλουθη φράση του Μουσταφά Κεμάλ: «Κάθε έδαφος όπου ζουν Τούρκοι περιλαμβάνεται στο Misakı Millî. Με τη βοήθεια του Αλλάχ, θα πάρω πίσω τη Μοσούλη, το Κιρκούκ και τα νησιά (σ.σ. τα νησιά του Αιγαίου και την Κύπρο), καθώς επίσης θα ενσωματώσω εντός των συνόρων της Τουρκίας τη Θεσσαλονίκη και τη Θράκη». [2]
Ο «Εθνικός Όρκος» συνοδεύεται από χάρτη που περιλαμβάνει τις ανωτέρω εδαφικές περιοχές προσαρτημένες στην Τουρκία, και ο οποίος τις τελευταίες ημέρες αναπαράγεται μαζικά από τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ. Ενδεικτικά από τον ανταποκριτή της εφημερίδας Sabah στην Ουάσιγκτον:
Περισσότερο αποκαλυπτικός είναι ο διευθυντής της εφημερίδας Yeni Şafak και εξ απορρήτων σύμβουλος του Τούρκου προέδρου, İbrahim Karagül, ο οποίος σε άρθρο του αναφέρει τα ακόλουθα:
«Υπό το πρίσμα του νέου εθνικού αμυντικού δόγματος, είμαστε υποχρεωμένοι να εισέλθουμε αιφνιδιαστικά στα εδάφη της Συρίας και του Ιράκ σε ικανό βάθος και από πολλαπλά σημεία. Οι επεμβάσεις αυτές δεν μπορούν να αγνοηθούν έχοντας ως πρόσχημα την εδαφική ακεραιότητα των χωρών αυτών γιατί η Τουρκία είναι μια πραγματικότητα που δεν επιδέχεται αναβολών. Επιχειρήσεις όπως η «ΑΣΠΙΔΑ ΤΟΥ ΕΥΦΡΑΤΗ» θα πρέπει να διεξαχθούν σε τουλάχιστον 3 ακόμα περιοχές. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να επέμβουμε στην Μοσούλη ακόμα και εάν δεν το θέλουν η Ουάσιγκτον, η Βαγδάτη και η Τεχεράνη. Αν η Τουρκία δεν το κάνει, κάθε περιοχή στην οποία δεν επεμβαίνουμε θα μετατραπεί σε περιοχή ορμητήριο για το έδαφος της Τουρκίας (σ.σ. ως τέτοια θεωρούνται και τα νησιά του Αιγαίου και η Κύπρος). Δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να εγκαταστήσουμε μια ασπίδα προστασίας από την Μεσόγειο μέχρι τα σύνορα με το Ιράν. Αυτή είναι η μόνη στρατηγική που θα προστατέψει την Τουρκία και θα αποτρέψει τους σχεδιασμούς (σ.σ. των ξένων) για την περιοχή. Μένοντας στην άμυνα είναι θανατηφόρο. Καμία χώρα στην περιοχή δεν θα πετύχει τηρώντας αμυντική στάση. Το διεθνές σύστημα, οι γεωγραφικές συνθήκες έχουν γίνει τόσο επιθετικές, ώστε κάθε χώρα η οποία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις εξωτερικές απειλές, θα διαμελισθεί». [3]
Όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με την εν εξελίξει τουρκική στρατιωτική επιχείρηση στη Συρία και την πρόθεση της Άγκυρας να εμπλακεί στρατιωτικά στην ανακατάληψη της Μοσούλης ώστε «να βρεθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων την επόμενη ημέρα» προμηνύουν ευρύτερες εδαφικές ανακατατάξεις στα σύνορα της Τουρκίας, οι οποίες θα έχουν άμεσες συνέπειες στο τόξο Κύπρος-Αιγαίο-Θράκη.
Αυτή την αγωνία εκφράζουν πλέον ανοιχτά έμπειροι Έλληνες διπλωμάτες, οι οποίοι -σύμφωνα με δημοσιογράφο της εφημερίδας Καθημερινή που διατηρεί άριστες προσβάσεις στη Βασιλίσσης Σοφίας– προειδοποιούν το ελληνικό πολιτικό σύστημα να ετοιμαστεί για να αντιμετωπίσει νέα κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
“Η Τουρκία κλιμακώνει την ένταση στις σχέσεις με την Ελλάδα”, Καθημερινή της Κυριακής, 16 Οκτωβρίου 2016.
Αναφορικά δε με την εκ παραδρομής ενσωμάτωση ερμηνευτικών σχολίων Τούρκων δημοσιογράφων στο αρχικό τηλεγράφημα του ΑΠΕ-ΜΠΕ, υπενθυμίζεται ότι το αίτημα για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος στη Θράκη έχει κατατεθεί από τον κατ΄εξοχήν εκφραστή του τουρκισμού στην περιοχή, το ψευτομουφτή Ξάνθης Αχμέτ Μέτε (Ahmet Mete), από το βήμα της ετήσιας συνέλευσης της Ομοσπονδιακής Ένωσης Ευρωπαϊκών Εθνοτήτων (FUEN) που πραγματοποιήθηκε στην Κομοτηνή στις 13-17 Μαΐου 2015, εν μέσω των εορτασμών της απελευθέρωσης της πόλης (14 Μαΐου 1920): «Η ανώτερη ταυτότητα μας είναι η τουρκική, είμαστε Τούρκοι. Στους τάφους των παππούδων μου υπάρχουν οθωμανικά τουρκικά. Στα 400, 500, 700 ετών τζαμιά μου, υπάρχει το μισοφέγγαρο και η σημαία των Οθωμανών που τώρα υπάρχουν στην τουρκική σημαία. Η γλώσσα στις βιβλιοθήκες των παππούδων μου, παρά το κάψιμο και τις κατεδαφίσεις, είναι τα οθωμανικά. Δεν υπάρχουν ούτε βουλγάρικα, ούτε ελληνικά, ούτε μακεδονικά. Και όπως είπα δεν έχω κανένα δισταγμό να το λέω αυτό με περηφάνια. Το ελληνικό κράτος όμως έναντι τούτου, ίδρυσε πομακικούς και τσιγγανικούς συλλόγους. Την ώρα που κατέβαζε τις τουρκικές πινακίδες και την ώρα που απαγόρευε να πει κάποιος «είμαι Τούρκος», προσπάθησε να κάνει τους ανθρώπους μας να καταπιούν πως είναι Πομάκοι και Τσιγγάνοι και στήριξε αυτή την προσπάθεια . Αλλά επαναλαμβάνω πως αυτό είναι κάτι που έληξε με αποτυχία. Διότι όλοι οι άνθρωποι μας με αυτές τις υπο-ταυτότητες μιλάνε τουρκικά και λένε πως «είμαστε Τούρκοι». Μπορεί να μιλάνε τσιγγάνικα, αλβανικά, πομάκικα και αγγλικά, αλλά το σημαντικό είναι το τι δηλώνουν. Και εάν η δήλωση μας δεν έχει αξία τότε να, στην Δυτική Θράκη υπάρχουν 150.000 Τούρκοι, εγώ προτείνω να γίνει ένα δημοψήφισμα. Τότε να δούνε όλοι οι άνθρωποι και τα κράτη το τι και ποιοι είναι οι Τούρκοι της Δυτικής Θράκης».