Τα «κόλπα» με τις πραγματογνωμοσύνες, Οι «στημένες εκθέσεις», οι «δεσμοί» πρώην και νυν και οι διώξεις
Νέα στοιχεία για απάτες και παραπλανητικές ενέργειες σε πραγματογνωμοσύνες υποθέσεων εμπρησμού με την εμπλοκή πρώην και νυν αξιωματικών του Πυροσβεστικού Σώματος αποκαλύπτονται σε δικαστικά έγγραφα που παρουσιάζει «Το Βήμα».
Πρόκειται για υπόθεση που έχει οδηγήσει σε άσκηση ποινικών διώξεων εναντίον στελεχών της Πυροσβεστικής, χωρίς να έχει δημοσιοποιηθεί οτιδήποτε.
Αξιωματικοί που αποχωρούν από την Πυροσβεστική φέρεται να συνεργάζονται με ασφαλιστικές εταιρείες ή άλλους ιδιώτες προκειμένου σε συνεργασία με γνωστούς τους, εν ενεργεία συναδέλφους τους, να συντάσσονται πορίσματα που ευνοούν τους «πελάτες» τους. Δημιουργώντας δεσμούς παρανόμων συνεννοήσεων και οικονομικού οφέλους μεταξύ νυν και πρώην κρατικών υπαλλήλων.
Μια «τακτική» και συστήματα επαφών μεταξύ εν ενεργεία και συνταξιούχων υπαλλήλων που εμφανίζονται και σε άλλους τομείς του δημοσίου: εφορίες, αστυνομία, ΣΔΟΕ, τελωνεία, σε υπηρεσίες υπουργείων με αρμοδιότητες προμηθειών και αλλού.
Το συγκεκριμένο περιστατικό αφορά την πυρκαγιά που εκδηλώθηκε στις αρχές Φεβρουαρίου 2012 σε αποθήκη ταχυδρομικών πωλήσεων στον Ασπρόπυργο και από την οποία καταστράφηκαν 400 τ.μ. ξύλινων παλετών, χαρτικού υλικού, φωτιστικά σώματα, ηλεκτρικές εγκαταστάσεις κ.λπ.
Σε αρχική έκθεση του πραγματογνώμονα – διορίστηκε από την Πυροσβεστική Υπηρεσία – η πυρκαγιά αποδόθηκε σε τυχαίο γεγονός και συγκεκριμένα σε βραχυκύκλωμα μιας λάμπας, που έσπασε και έπεσε πάνω σε παλέτα με χάρτινο υλικό. Ο συγκεκριμένος τεχνικός στη μελέτη του δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο εμπρησμού, όμως υπήρξε η επισήμανση ότι δεν είχε βρεθεί οποιοσδήποτε εμπρηστικός μηχανισμός. Οπως είχε επισημάνει, είχαν βρεθεί σπασμένα τα περιφερειακά υαλοστάσια της αποθήκης, όμως δεν μπορούσε να διαπιστωθεί αν αυτό είχε συμβεί πριν ή μετά την πυρκαγιά.
Ως εκπρόσωποι της ασφαλιστικής εταιρείας που «κάλυπτε» τη συγκεκριμένη ταχυδρομική εταιρεία εμφανίστηκαν δύο απόστρατοι αξιωματικοί της Πυροσβεστικής. Οι πρώην αξιωματικοί είχαν στενή υπηρεσιακή σχέση όσο ήσαν εν ενεργεία με τους πυροσβέστες και τους ανακριτικούς υπαλλήλους που είχαν την έρευνα για την πυρκαγιά στην αποθήκη στον Ασπρόπυργο.
Μάλιστα, όπως αναφέρεται σε έγγραφο της Πυροσβεστικής, στην πρώτη έρευνα των αρμοδίων υπαλλήλων του σώματος στην αποτεφρωμένη αποθήκη είχαν κληθεί και βρέθηκαν στο πλευρό τους οι πρώην συνάδελφοί τους που εκπροσωπούσαν την ασφαλιστική εταιρεία. Κάτι που θωρείται παράτυπο αφού εννοείται ότι αυτός ο χώρος ήταν αποκλεισμένος. Με κίνδυνο βεβαίως εκείνη την ώρα να αλλοιωθούν στοιχεία στον τόπο της πυρκαγιάς έπ’ ωφελεία της ασφαλιστικής εταιρείας που επεδίωκε να αναδείξει το σενάριο του «εμπρησμού» ώστε να μην καταβάλει αποζημίωση.
Η ασφαλιστική εταιρεία λοιπόν στη μελέτη της, με την αρωγή των δύο πρώην αξιωματικών της Πυροσβεστικής, ανέφερε ότι «πρόκειται μετά βεβαιότητας για εμπρησμό», περιγράφοντας σειρά κινήσεων των άγνωστων δραστών προκειμένου να μπουν στην αποθήκη χωρίς να ενεργοποιηθούν οι συναγερμοί και άλλες σχετικές «ενέργειές» τους.
Ακόμη ιδιαίτερα ενδιαφέρον σημείο ήταν ότι στην τεχνική έκθεσή τους επισημαινόταν ότι οι «δύο πυροσβεστικές φωλεές της αποθήκης είχαν προβληματική λειτουργία». Και αυτό γιατί «η μία δεν είχε καθόλου λάστιχο ποτίσματος» και στην άλλη αυτό δεν ήταν συνδεδεμένο.
Με βάση το πόρισμα – με την υποβοήθηση των πρώην αξιωματικών της Πυροσβεστικής – ο εισαγγελέας είχε ασκήσει αρχικά ποινική δίωξη για τις πράξεις α) της απόπειρας απάτης σε βαθμό κακουργήματος, β) της απάτης σχετικής με τις ασφάλειες και β) του εμπρησμού εκ προθέσεως για τους υπευθύνους της ταχυδρομικής εταιρείας.
Στη συνέχεια παρήγγειλε κύρια ανάκριση που ανάλαβε ο 19ος τακτικός ανακριτής. Ο δικαστικός λειτουργός δεν ανακάλυψε τελικώς ενδείξεις ενοχής για τους υπευθύνους της ιδιοκτήτριας της κατεστραμμένης αποθήκης, ύστερα και από σχετική ανάλυση του ειδικού πραγματογνώμονα της ταχυδρομικής εταιρείας κ. Αχιλλέα Κακαράντζα.
Η δικογραφία επιστράφηκε στον αρμόδιο εισαγγελέα, που έκανε απαλλακτική πρόταση στο δικαστικό συμβούλιο. Το τελευταίο με απόφαση προ μερικών ημερών απήλλαξε τους υπευθύνους της εταιρείας.
Εκείνο μάλιστα που επισημαίνεται στο σκεπτικό του είναι ότι ήταν έωλες και αναπόδεικτες οι σχετικές αναφορές των εμπειρογνωμόνων της ασφαλιστικής εταιρείας περί «εισβολής εμπρηστών» και δεν επιβεβαιώνονταν από κανένα εύρημα και κυρίως τα στοιχεία για τον συναγερμό που υπήρξε από εταιρεία security που «κάλυπτε» την αποθήκη.
Οι αρμόδιοι δικαστές στάθηκαν ιδιαίτερα στο «εύρημα» των υπευθύνων της ασφαλιστικής εταιρείας ότι «δεν είχαν βρεθεί στη θέση τους τα λάστιχα των πυροσβεστικών φωλεών». Και αυτό γιατί όπως ανέφεραν – με βάση τη μελέτη του αρχικού πραγματογνώμονα – «αν δεν υφίσταντο οι σωλήνες κατά την εκδήλωση της πυρκαγιάς θα έπρεπε στο σημείο, το οποίο προορίζεται για την τοποθέτησή τους, να υπήρχαν ίχνη αιθάλης, κάτι όμως που δεν διαπιστώθηκε».
Οπως ανέφερε μάλιστα ο πρώην προϊστάμενος της Διεύθυνσης Εμπρησμού της Πυροσβεστικής κ. Ανδριανός Γκουρμπάτσης «υπήρξε ενδεχόμενο δολιοφθοράς και εμφάνιση αυτής ως έλλειψη μέσων πυροπροστασίας της. Με την αφαίρεση δηλαδή (σ.σ.: από τους επισκέπτες του χώρου) των ελαστικών σωλήνων με σκοπό να παρουσιαστεί ως παραβίαση των προβλεπόμενων μελετών πυρασφάλειας και μέσων πυροπροστασίας και συνεπώς παραβίαση συμβατικών υποχρεώσεων».
Αναφέρεται ακόμη ότι για την υπόθεση αυτή έχουν παραπεμφθεί σε δίκη – έχει ορισθεί μετά από αναβολή για τον Οκτώβριο του 2016 – δύο ανακριτικοί υπάλληλοι της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και ο προϊστάμενος του ανακριτικού τμήματος που χειρίστηκαν την υπόθεση της πυρκαγιάς στον Ασπρόπυργο. Κατηγορούνται για παράβαση καθήκοντος, διότι επέτρεψαν στους ασφαλιστικούς πραγματογνώμονες να παραβιάσουν τον χώρο εκδήλωσης της πυρκαγιάς και να έχουν σχετική άνεση κινήσεων. Δίωξη για ψευδή βεβαίωση υπήρξε και κατά του διοικητή της πυροσβεστικής υπηρεσίας που ανέλαβε τη σχετική έρευνα.
hellasforce