«Το έχουμε ξαναγράψει πολλές φορές κατά το παρελθόν, και μάλιστα προτού αυτό γίνει σε όλους γνωστό, ότι στη Μέση
Ανατολή και ιδιαίτερα στη Μεσοποταμία το επόμενο διάστημα θα αλλάξουν όλα – από τις ισορροπίες μέχρι τα σύνορα.
Τώρα βρισκόμαστε στο παρά πέντε της αλλαγής συνόρων στο Ιράκ και της μετατροπής της Συρίας σε ομοσπονδιακό κράτος.
Καθοριστικοί παράγοντες επί του πεδίου αλλά και επί του διπλωματικού παρασκηνίου σε αυτή τη διαδικασία, που θα καθορίσει και το μέλλον της περιοχής ίσως για ολόκληρους αιώνες, είναι οι ΗΠΑ και η Ρωσία, ενώ ο παράγοντας που προσπαθούν όλοι να εκμεταλλευτούν, για να εξυπηρετήσουν ο καθένας τα δικά του στρατηγικά συμφέροντα, είναι ο κουρδικός.
Επίσης, σημαντικό ρόλο –κυρίως στο παρασκήνιο– φέρεται να παίζει και το Ισραήλ, το οποίο, σύμφωνα με εκτιμήσεις κυρίως Τούρκων και Αράβων διπλωματών και όχι μόνον, επιδιώκει τον κατακερματισμό των μεγάλων κρατών της περιοχής και τη δημιουργία μικρών και «βολικών» στη διαχείριση κρατών, με τελικό στόχο τον έλεγχο των ενεργειακών και των υδάτινων πόρων και τη διασφάλιση της βιωσιμότητας και της ασφάλειας του Ισραήλ.
Σε όλη αυτή τη διαδικασία η Τουρκία, που η ίδια γνωρίζει ότι είναι η τρίτη υποψήφια χώρα για ομοσπονδιοποίηση –σύμφωνα με το καλό σενάριο, γιατί το κακό μιλάει για διαμελισμό αλλά και έλεγχο της Κωνσταντινούπολης, της Σμύρνης, της Μερσίνας και άλλων πόλεων από τους Κούρδους που κατοικούν εκεί–, προσπαθεί να αποκτήσει γεωπολιτικά ερείσματα και να αλλάξει την πορεία των εξελίξεων αν όχι για να αποφύγει το πικρό ποτήρι, τουλάχιστον για να μικρύνει τη δόση…
Στο πλαίσιο των προσπαθειών αυτών, η Τουρκία, που είναι στην κυριολεξία το κράτος που με παράκαμψη της κυβέρνησης της Βαγδάτης και υπογραφή απευθείας με την κυβέρνηση της Ερμπίλ συμφωνιών για την εξαγωγή των πετρελαίων του Κουρδιστάν μέσω του αγωγού Κιρκούκ-Τζεϊχάν, βοήθησε όσο κανένας άλλος την Αυτόνομη Διοίκηση του Κουρδιστάν και τον Μπαρζανί να ισχυροποιηθεί σε τέτοιο βαθμό που να επιδιώκει την ανεξαρτησία, αλλάζει ριζικά τη στρατηγική της και στρέφεται προς τη Ρωσία.
Η στροφή αυτή είναι η άλλη μεγάλη ανατροπή που γίνεται, μετά την κυοφορούμενη αλλαγή συνόρων στην περιοχή.
Η Τουρκία, με την υπογραφή της Συμφωνίας της Άγκυρας με την Αγγλία, το 1926, με την οποία ο Μουσταφά Κεμάλ εγκατέλειψε τις όποιες διεκδικήσεις είχε για το Κιρκούκ και τη Μοσούλη και δέχτηκε τα σημερινά σύνορα με το Ιράκ, τα οποία τώρα κληρονομεί το υπό ανεξαρτησία Κουρδιστάν, στην ουσία τέθηκε υπό την επιρροή της Αγγλίας. Μάλιστα, οι… κακές γλώσσες λένε ότι ο Κεμάλ εξ υπαρχής ήταν άνθρωπος των Άγγλων, ενώ ο ίδιος ο Ερντογάν, στο πλαίσιο της ρητορικής για την αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λοζάνης, άφησε πρόσφατα να εννοηθεί ότι για να ικανοποιηθούν οι Δυτικοί, εκείνοι που την υπέγραψαν δέχτηκαν να υπάρχει μυστικός όρος για την αποϊσλαμοποίηση της νέας Τουρκίας, εξού και η εκκοσμίκευση, η κατάργηση του Χαλιφάτου και της οθωμανικής γραφής!
Από της ίδρυσής της λοιπόν η Τουρκία αποτελούσε βασικό πυλώνα της πολιτικής της Δύσης για την αντιμετώπιση της ρωσικής απειλής, ρόλος που ενισχύθηκε με την είσοδό της στο ΝΑΤΟ, το 1952.
Τώρα λοιπόν η Τουρκία δεν ανατρέπει μόνο τη δική της πολιτική απέναντι στον μέχρι χθες σύμμαχο και φίλο Μπαρζανί, αλλά και τη στρατηγική της επιλογή να είναι στραμμένη γεωπολιτικά προς τη Δύση.
Μπορεί να ξεκίνησαν όλα ως απειλές και ως εκβιασμοί προς τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, για να αποφύγει το πικρό ποτήρι του Κουρδικού, όμως τώρα που βλέπει ότι οι εκβιασμοί δεν πιάνουν, αρχίζει να κάνει συγκεκριμένα βήματα απομάκρυνσης από το ΝΑΤΟ και προσέγγισης προς τη Ρωσία.
Η υπόθεση και η προοπτική της προμήθειας του πυραυλικού συστήματος S-400 αλλά και το πρόγραμμα ανάπτυξης αυτόνομης αμυντικής βιομηχανίας είναι εξαιρετικά σοβαρά ζητήματα που πρέπει να απασχολήσουν τη Δύση, τις Βρυξέλλες, την Ουάσινγκτον και την Αθήνα.
Αν δε όλα αυτά που αναφέρουμε παραπάνω γίνουν πράξη, τότε θα πρέπει οι στρατηγιστές στην Αθήνα να αντιληφθούν ότι κάθε βήμα που κάνει η Άγκυρα προς τη Μόσχα, αυξάνει με γεωμετρική πρόοδο τη στρατηγική σημασία της Ελλάδας προς τη Δύση.
Ξαναπιάστε τα μολύβια…»
Ανατολή και ιδιαίτερα στη Μεσοποταμία το επόμενο διάστημα θα αλλάξουν όλα – από τις ισορροπίες μέχρι τα σύνορα.
Τώρα βρισκόμαστε στο παρά πέντε της αλλαγής συνόρων στο Ιράκ και της μετατροπής της Συρίας σε ομοσπονδιακό κράτος.
Καθοριστικοί παράγοντες επί του πεδίου αλλά και επί του διπλωματικού παρασκηνίου σε αυτή τη διαδικασία, που θα καθορίσει και το μέλλον της περιοχής ίσως για ολόκληρους αιώνες, είναι οι ΗΠΑ και η Ρωσία, ενώ ο παράγοντας που προσπαθούν όλοι να εκμεταλλευτούν, για να εξυπηρετήσουν ο καθένας τα δικά του στρατηγικά συμφέροντα, είναι ο κουρδικός.
Επίσης, σημαντικό ρόλο –κυρίως στο παρασκήνιο– φέρεται να παίζει και το Ισραήλ, το οποίο, σύμφωνα με εκτιμήσεις κυρίως Τούρκων και Αράβων διπλωματών και όχι μόνον, επιδιώκει τον κατακερματισμό των μεγάλων κρατών της περιοχής και τη δημιουργία μικρών και «βολικών» στη διαχείριση κρατών, με τελικό στόχο τον έλεγχο των ενεργειακών και των υδάτινων πόρων και τη διασφάλιση της βιωσιμότητας και της ασφάλειας του Ισραήλ.
Σε όλη αυτή τη διαδικασία η Τουρκία, που η ίδια γνωρίζει ότι είναι η τρίτη υποψήφια χώρα για ομοσπονδιοποίηση –σύμφωνα με το καλό σενάριο, γιατί το κακό μιλάει για διαμελισμό αλλά και έλεγχο της Κωνσταντινούπολης, της Σμύρνης, της Μερσίνας και άλλων πόλεων από τους Κούρδους που κατοικούν εκεί–, προσπαθεί να αποκτήσει γεωπολιτικά ερείσματα και να αλλάξει την πορεία των εξελίξεων αν όχι για να αποφύγει το πικρό ποτήρι, τουλάχιστον για να μικρύνει τη δόση…
Στο πλαίσιο των προσπαθειών αυτών, η Τουρκία, που είναι στην κυριολεξία το κράτος που με παράκαμψη της κυβέρνησης της Βαγδάτης και υπογραφή απευθείας με την κυβέρνηση της Ερμπίλ συμφωνιών για την εξαγωγή των πετρελαίων του Κουρδιστάν μέσω του αγωγού Κιρκούκ-Τζεϊχάν, βοήθησε όσο κανένας άλλος την Αυτόνομη Διοίκηση του Κουρδιστάν και τον Μπαρζανί να ισχυροποιηθεί σε τέτοιο βαθμό που να επιδιώκει την ανεξαρτησία, αλλάζει ριζικά τη στρατηγική της και στρέφεται προς τη Ρωσία.
Η στροφή αυτή είναι η άλλη μεγάλη ανατροπή που γίνεται, μετά την κυοφορούμενη αλλαγή συνόρων στην περιοχή.
Η Τουρκία, με την υπογραφή της Συμφωνίας της Άγκυρας με την Αγγλία, το 1926, με την οποία ο Μουσταφά Κεμάλ εγκατέλειψε τις όποιες διεκδικήσεις είχε για το Κιρκούκ και τη Μοσούλη και δέχτηκε τα σημερινά σύνορα με το Ιράκ, τα οποία τώρα κληρονομεί το υπό ανεξαρτησία Κουρδιστάν, στην ουσία τέθηκε υπό την επιρροή της Αγγλίας. Μάλιστα, οι… κακές γλώσσες λένε ότι ο Κεμάλ εξ υπαρχής ήταν άνθρωπος των Άγγλων, ενώ ο ίδιος ο Ερντογάν, στο πλαίσιο της ρητορικής για την αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λοζάνης, άφησε πρόσφατα να εννοηθεί ότι για να ικανοποιηθούν οι Δυτικοί, εκείνοι που την υπέγραψαν δέχτηκαν να υπάρχει μυστικός όρος για την αποϊσλαμοποίηση της νέας Τουρκίας, εξού και η εκκοσμίκευση, η κατάργηση του Χαλιφάτου και της οθωμανικής γραφής!
Από της ίδρυσής της λοιπόν η Τουρκία αποτελούσε βασικό πυλώνα της πολιτικής της Δύσης για την αντιμετώπιση της ρωσικής απειλής, ρόλος που ενισχύθηκε με την είσοδό της στο ΝΑΤΟ, το 1952.
Τώρα λοιπόν η Τουρκία δεν ανατρέπει μόνο τη δική της πολιτική απέναντι στον μέχρι χθες σύμμαχο και φίλο Μπαρζανί, αλλά και τη στρατηγική της επιλογή να είναι στραμμένη γεωπολιτικά προς τη Δύση.
Μπορεί να ξεκίνησαν όλα ως απειλές και ως εκβιασμοί προς τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, για να αποφύγει το πικρό ποτήρι του Κουρδικού, όμως τώρα που βλέπει ότι οι εκβιασμοί δεν πιάνουν, αρχίζει να κάνει συγκεκριμένα βήματα απομάκρυνσης από το ΝΑΤΟ και προσέγγισης προς τη Ρωσία.
Η υπόθεση και η προοπτική της προμήθειας του πυραυλικού συστήματος S-400 αλλά και το πρόγραμμα ανάπτυξης αυτόνομης αμυντικής βιομηχανίας είναι εξαιρετικά σοβαρά ζητήματα που πρέπει να απασχολήσουν τη Δύση, τις Βρυξέλλες, την Ουάσινγκτον και την Αθήνα.
Αν δε όλα αυτά που αναφέρουμε παραπάνω γίνουν πράξη, τότε θα πρέπει οι στρατηγιστές στην Αθήνα να αντιληφθούν ότι κάθε βήμα που κάνει η Άγκυρα προς τη Μόσχα, αυξάνει με γεωμετρική πρόοδο τη στρατηγική σημασία της Ελλάδας προς τη Δύση.
Ξαναπιάστε τα μολύβια…»
taxalia.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου