Ουσιαστικά άπρακτη έφυγε από τη Κύπρο αποστολή της Κομισιόν, η οποία, σύμφωνα με πληροφορίες του «Φιλελεύθερου», είχε φτάσει στο νησί προσδοκώντας να ελέγξει τα επίπεδα εξοικείωσης της τουρκοκυπριακής κοινότητας με το κοινοτικό κεκτημένο στο ζήτημα των φυτοϋγειονομικών προϊόντων, στο πλαίσιο δικοινοτικού αιτήματος που είχαν υποβάλει οι δύο διαπραγματευτές Ανδρέας Μαυρογιάννης και Οζντίλ Ναμί, στην έδρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για διασφάλιση της λειτουργικότητας μιας ενδεχόμενης λύσης από την πρώτη κιόλας μέρα. Κοινοτικές πηγές ανέφεραν στον «Φ» ότι πολυμελής εξειδικευμένη ομάδα της Κομισιόν, από τις Βρυξέλλες και από γραφείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ιρλανδία, έφτασε στην Κύπρο πριν από δύο περίπου βδομάδες και επρόκειτο να προβεί σε ελέγχους στα κατεχόμενα και εν συνεχεία να υποβάλει έκθεση για τα ευρήματά της στις Βρυξέλλες. Ωστόσο, οι διαφωνίες που προέκυψαν δεν επέτρεψαν την πραγματοποίηση της αποστολής, η οποία μετά από μερικές μέρες αναχώρησε από την Κύπρο, άπρακτη.
Ας δούμε τα γεγονότα, πώς προέκυψαν οι διαφωνίες, αλλά και τη στάση που τήρησαν Άιντα και Βρυξέλλες:
Οι πληροφορίες του «Φ» αναφέρουν ότι η Λευκωσία ζήτησε όπως στα έγγραφα εκθέσεων της Κομισιόν (ερωτηματολόγια ή έστω σε καλυπτικό σημείωμα cover note) καταγράφεται ότι η όλη διαδικασία συνάδει με το Πρωτόκολλο 10 και ότι η αξιολόγηση των αρμοδίων υπηρεσιών της Κομισιόν επρόκειτο να λάβει χώρα στις περιοχές που δεν ελέγχονταν από την Κυπριακή Δημοκρατία (σ.σ. δηλαδή στα κατεχόμενα), όπου το κοινοτικό κεκτημένο έχει ανασταλεί. Ωστόσο, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, αυτή η «αυτονόητη» αναφορά πυροδότησε την αντίδραση της τουρκοκυπριακής πλευράς, η οποία απέρριψε κατηγορηματικά κάθε σκέψη για αναφορά στο Πρωτόκολλο 10.
Τα πράγματα έγιναν ακόμη πιο περίπλοκα καθώς, όπως είναι σε θέση να γνωρίζει ο «Φ», εκδηλώθηκαν προκλητικές παρεμβάσεις εκ μέρους του Έσπεν Μπαρθ Άιντα, ο οποίος αντί να επιχειρήσει να συνετίσει τους Τουρκοκυπρίους, επέλεξε να ζητήσει από τη Λευκωσία να βάλει νερό στο κρασί της. Οι πιέσεις του κ. Άιντα, καθώς και κάποιες παραινέσεις που εκδηλώθηκαν από κύκλους στις Βρυξέλλες (βλέπε άλλη στήλη), δεν έπιασαν τόπο. Η Λευκωσία κατέστησε σαφές ότι δεν προτίθεται να συναινέσει στην αξιολόγηση της εξοικείωσης/εναρμόνισης των Τουρκοκυπρίων με το κοινοτικό κεκτημένο, χωρίς προηγούμενη διασφάλιση ότι η διαδικασία θα εντάσσεται στο πλαίσιο του Πρωτοκόλλου 10 της Συνθήκης Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, για τις περιοχές οι οποίες δεν ελέγχονται από το νόμιμο κράτος.
Συγκλίνουσες πληροφορίες αναφέρουν ότι η εξαιρετικά σκληρή στάση που τήρησε η τουρκοκυπριακή πλευρά υπαγορεύθηκε από το τουρκικό ΥΠΕΞ και «σχετίζεται με τη μορφή της επιδιωκόμενης λύσης και με την προσπάθεια εδραίωσης της υπόστασης της (σ.σ. λεγόμενης) ΤΔΒΚ» (βλέπε άλλη στήλη).
Γιατί όμως η Κομισιόν δεν ικανοποίησε τη θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία επεδίωξε απλώς το «αυτονόητο»; Δηλαδή, την επισήμανση στα έγγραφα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι η διαδικασία ελέγχων και αξιολόγησης θα γίνεται στη βάση του Πρωτοκόλλου 10 της Συνθήκης Προσχώρησης; Όπως μας ανέφεραν κύκλοι στις Βρυξέλλες, η στάση που τήρησε η Κομισιόν σχετίζεται με τη «δικοινοτική» διαδικασία που επιλέχθηκε. Δηλαδή, δεδομένου ότι το αίτημα προς την Κομισιόν για αξιολόγηση/έλεγχο των επιπέδων εξοικείωσης των Τουρκοκυπρίων με το κεκτημένο και για διασφάλιση της λειτουργικότητας της λύσης από την πρώτη κιόλας μέρα ήταν «δικοινοτικό» και υποβλήθηκε από τους δύο διαπραγματευτές, Μαυρογιάννη-Ναμί, οι Βρυξέλλες έκριναν ότι μόνο με συμφωνία των δύο κοινοτήτων θα μπορούσαν να προχωρήσουν προς αυτή την κατεύθυνση…
Είναι προφανές ότι το δικοινοτικό αίτημα Μαυρογιάννη-Ναμί (που για πρώτη φορά υποβλήθηκε, με γραπτή μάλιστα διαδικασία), καθώς και η «κοινή ιστορική επίσκεψη» που πραγματοποίησαν οι δύο διαπραγματευτές στην έδρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελούν την αφετηρία πολλών προβλημάτων που αναφύονται στην πορεία και σχετίζονται με την υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο ότι στη διάρκεια της επίσκεψης Μαυρογιάννη-Ναμί, η τουρκική πλευρά επέλεξε να εκδώσει γραπτή δήλωση, απορρίπτοντας κάθε σκέψη για μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας και αξιοποιώντας σημειολογικά και πολιτικά την παρουσία των δύο διαπραγματευτών στην έδρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράλληλα, το τουρκικό ΥΠΕΞ επιχειρούσε να δημιουργήσει την εντύπωση οντότητας στην Κύπρο με «διφυή υπόσταση». Ανάλογα προβλήματα προκαλούνται και από τη σύσταση της ad hoc δικοινοτικής ομάδας για την εξοικείωση/εναρμόνιση των Τουρκοκυπρίων με το κοινοτικό κεκτημένο, κάτι στο οποίο συναίνεσε η Λευκωσία πριν τη λύση του Κυπριακού. Διερωτήθηκε κανείς τι θα γίνει με όλη αυτή την εργασία για εξοικείωση/εναρμόνιση των Τουρκοκυπρίων, εάν το Κυπριακό δεν λυθεί (έστω εντός του χρονικού πλαισίου που θέτουν άτυπα οι πρωταγωνιστές). Ο προβληματισμός επί του προκειμένου ενισχύεται εάν αναλογιστεί κανείς ότι η τουρκική πλευρά φλέρταρε εδώ και πολλά χρόνια με την εναρμόνισή της με το κεκτημένο, ως να πρόκειται για χωριστή οντότητα, επενδύοντας σε αυτονόμηση των σχέσεών της με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Θέλουν εδραίωση «ΤΔΒΚ»
Η εδραίωση της λεγόμενης Τουρκικής Δημοκρατίας Βορείου Κύπρου, ως μια αυτονομημένη δήθεν οντότητα, σε διαδικασία εναρμόνισης με την Ε.Ε., αποτελεί έναν από τους βασικούς στόχους που έχει θέσει η τουρκική πλευρά. Στο πλαίσιο αυτού του στόχου, το τουρκικό ΥΠΕΞ, όπως πληροφορείται ο «Φ», «συμβούλεψε» το ψευδοκράτος να μην επιτρέψει οποιαδήποτε αναφορά στο Πρωτόκολλο 10 της Συνθήκης Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, επί των εγγράφων της Κομισιόν που θα αφορούσαν τις αποστολές για εξοικείωση/εναρμόνιση των Τουρκοκυπρίων από την πρώτη κιόλας μέρα μιας ενδεχόμενης λύσης του κυπριακού προβλήματος.
Συναφείς πληροφορίες αναφέρουν ότι η τουρκική πλευρά αξιοποίησε δεόντως το γεγονός ότι το αίτημα που υποβλήθηκε προς την Κομισιόν για τη διασφάλιση της λειτουργικότητας της λύσης ήταν δικοινοτικό (Μαυρογιάννης-Ναμί, 4 Φεβρουαρίου) και ως εκ τούτου, αξίωσε όπως και οι όροι εντολής της αποστολής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (mandate) τύχουν έγκρισης επίσης σε δικοινοτικό επίπεδο! Με άλλα λόγια, μετέτρεψε και το ζήτημα αυτό σε δικοινοτικό, αξιοποιώντας τον δικοινοτικό χαρακτήρα του αιτήματος που υπέβαλαν, γραπτώς, οι δύο διαπραγματευτές στην έδρα της Ε.Ε.
Ως εκ τούτου, η τουρκική πλευρά απέρριψε όπως το ερωτηματολόγιο και η επιστολή που θα συνόδευε την αποστολή της Κομισιόν για τα φυτοϋγειονομικά περιλάμβαναν οποιαδήποτε αναφορά στο Πρωτόκολλο 10 της Συνθήκης Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η Λευκωσία είχε ζητήσει, αν μη τι άλλο, μια διασφάλιση σε ένα καλυπτικό σημείωμα (cover note), κάτι που επίσης απέρριψε η τουρκική πλευρά και κάλεσε τα Ηνωμένα Έθνη να παρέμβουν προς την Κυπριακή Κυβέρνηση προκειμένου να άρει τις ενστάσεις της!
Η πολιτική και η τακτική που υιοθέτησε η τουρκική πλευρά, στη βάση και των «συμβουλών» του τουρκικού ΥΠΕΞ, συμπίπτει απόλυτα με τον τρόπο διαχείρισης του ζητήματος του φυσικού αερίου καθώς και του χαλλουμιού. Σε όλα τα επίπεδα, η τουρκική πλευρά προτάσσει τον δικοινοτικό χαρακτήρα του κράτους που θα προκύψει, πριν αυτό συσταθεί και πριν καν εξευρεθεί λύση του προβλήματος, αποκομίζοντας οφέλη σε μια εμφανή προσπάθεια εδραίωσης της οντότητας του κατοχικού ψευδοκράτους.
Θέση Αρχών από Λευκωσία
Πληροφορίες του «Φ» αναφέρουν ότι η Λευκωσία τήρησε θέση αρχών στο ζήτημα που προέκυψε. Αφενός, η Κυπριακή Κυβέρνηση επέμενε σε όλα τα στάδια των συζητήσεων ότι θα έπρεπε να περιληφθεί μια ρήτρα διασφάλισης (disclaimer), προκειμένου να καταγράφεται ότι οι αποστολές της Κομισιόν για εναρμόνιση των Τουρκοκυπρίων από την πρώτη κιόλας μέρα μιας ενδεχόμενης λύσης, θα κινούνται στο πλαίσιο του Πρωτοκόλλου 10 της Συνθήκης Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ανάλογη στάση τήρησε η Λευκωσία και στις προκλητικές παρεμβάσεις του Έσπεν Μπαρθ Άιντα, ο οποίος προφανώς πιέζει για μιαν οποιανδήποτε λύση, αδιαφορώντας για τον τρόπο με τον οποίο θα αρθεί η αναστολή του κεκτημένου στο κατεχόμενο τμήμα της νήσου. Παρεμβάσεις εκδηλώθηκαν και από κοινοτικό πρόσωπο. Η Λευκωσία απέρριψε τις παρεμβάσεις και επέδειξε σταθερότητα για διασφάλιση των συμφερόντων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ωστόσο, αυτό δεν αποτελεί άλλοθι για τα λάθη που έγιναν, με επίκεντρο την «κοινή ιστορική επίσκεψη» των δύο διαπραγματευτών αλλά και το δικοινοτικό αίτημα που υποβλήθηκε γραπτώς προς την Ευρωπαϊκή Ένωση με ό,τι αυτό σημειολογικά και πολιτικά συνεπάγεται. Ανταπόκριση από Βρυξέλλες: Παύλος Ξανθούλης
Πληροφορίες του «Φ» αναφέρουν ότι η Λευκωσία τήρησε θέση αρχών στο ζήτημα που προέκυψε. Αφενός, η Κυπριακή Κυβέρνηση επέμενε σε όλα τα στάδια των συζητήσεων ότι θα έπρεπε να περιληφθεί μια ρήτρα διασφάλισης (disclaimer), προκειμένου να καταγράφεται ότι οι αποστολές της Κομισιόν για εναρμόνιση των Τουρκοκυπρίων από την πρώτη κιόλας μέρα μιας ενδεχόμενης λύσης, θα κινούνται στο πλαίσιο του Πρωτοκόλλου 10 της Συνθήκης Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ανάλογη στάση τήρησε η Λευκωσία και στις προκλητικές παρεμβάσεις του Έσπεν Μπαρθ Άιντα, ο οποίος προφανώς πιέζει για μιαν οποιανδήποτε λύση, αδιαφορώντας για τον τρόπο με τον οποίο θα αρθεί η αναστολή του κεκτημένου στο κατεχόμενο τμήμα της νήσου. Παρεμβάσεις εκδηλώθηκαν και από κοινοτικό πρόσωπο. Η Λευκωσία απέρριψε τις παρεμβάσεις και επέδειξε σταθερότητα για διασφάλιση των συμφερόντων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ωστόσο, αυτό δεν αποτελεί άλλοθι για τα λάθη που έγιναν, με επίκεντρο την «κοινή ιστορική επίσκεψη» των δύο διαπραγματευτών αλλά και το δικοινοτικό αίτημα που υποβλήθηκε γραπτώς προς την Ευρωπαϊκή Ένωση με ό,τι αυτό σημειολογικά και πολιτικά συνεπάγεται. Ανταπόκριση από Βρυξέλλες: Παύλος Ξανθούλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου