Η κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να αναλάβει δεσμεύσεις, ενδεχομένως και πέραν του μνημονίου...
Καθώς η διαπραγμάτευση για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης δεν εξελίσσεται όπως θα περίμενε το Μέγαρο Μαξίμου και είναι ορατό το...
ενδεχόμενο να μην υπάρξει τελική συμφωνία μέχρι τις 20-25 Νοεμβρίου όπως ήταν ο αρχικός στόχος της ελληνικής πλευράς, η κυβέρνηση θα αναζητήσει μέσα στις επόμενες ημέρες τις κινήσεις τακτικής που θα της επιτρέψουν να εξασφαλίσει κάτι «απτό και μετρήσιμο» από αυτήν τη διαπραγμάτευση, κυρίως σε ό,τι αφορά τη διευθέτηση του χρέους.
Οι επικεφαλής των θεσμών, ύστερα από έναν ακόμη γύρο επαφών για τα εργασιακά, αναμένεται να αποχωρήσουν από την Αθήνα χωρίς ακόμη να είναι σαφής η ημερομηνία επιστροφής τους. Στο μεσοδιάστημα αναμένεται να συνεχιστούν οι διαβουλεύσεις με τους θεσμούς και για να υπάρξει πρόοδος στα προαπαιτούμενα της δεύτερης αξιολόγησης αλλά και για να καλλιεργηθεί το έδαφος που θα επιτρέψει να υπάρξουν συγκεκριμένες αποφάσεις για το χρέος, ει δυνατόν μέσα στο έτος.
Δημοσιονομικό μπρα-ντε-φερ
Οι ενδείξεις πλέον είναι σαφείς: για να εξασφαλίσει έστω και την παραμικρή διευκόλυνση στο θέμα του χρέους, η ελληνική πλευρά θα υποχρεωθεί να αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις, ενδεχομένως και πέραν αυτών που περιγράφονται ήδη στο μνημόνιο.
Με τη συμπλήρωση του πρώτου γύρου των διαβουλεύσεων για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης – άρχισε καθυστερημένα, ουσιαστικά την περασμένη Κυριακή, και ολοκληρώνεται σήμερα με τα εργασιακά – οι δύο πλευρές το μόνο που κατάφεραν ουσιαστικά είναι να συλλέξουν έναν μακρύ κατάλογο με διαφωνίες:
Εργασιακά, ειδικά μισθολόγια, προϋπολογισμός, μεσοπρόθεσμο, εξωδικαστικός συμβιβασμός, ακατάσχετος λογαριασμός, χρηματοδότηση κομμάτων, χρηματοδότηση ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος συνθέτουν μια πρώτη λίστα με ανοικτά θέματα, ενώ το «φάντασμα» των μέτρων έχει ήδη αρχίσει να πλανάται πάνω από το «Χίλτον».
Υποτίθεται ότι στη δεύτερη αξιολόγηση το μόνο «καυτό μέτωπο» θα ήταν τα εργασιακά. Από τη στιγμή όμως που διαφάνηκε η πρόθεση των θεσμών να αμφισβητήσουν τα δημοσιονομικά μεγέθη και τις προβλέψεις του προϋπολογισμού, το σκηνικό άλλαξε.
Η αμφισβήτηση πάντως δεν έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία στο τραπέζι μετά την ανακοίνωση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για την αναθεώρηση, προς το χειρότερο, του πρωτογενούς ελλείμματος (σε όρους γενικής κυβέρνησης) ή του πρωτογενούς πλεονάσματος (σε όρους μνημονίου) με το οποίο έκλεισε ο προϋπολογισμός του 2015.
Μετά τη συγκεκριμένη αναθεώρηση της ΕΛΣΤΑΤ, το πρωτογενές πλεόνασμα – όπως αυτό υπολογίζεται για τις ανάγκες εκπλήρωσης των μνημονιακών στόχων – φέρεται να έχει ψαλιδιστεί κοντά στο 0,2% και όχι στο 0,7% όπως είχε αποτυπωθεί τόσο στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ του περασμένου Απριλίου όσο και στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού. Η διαφορά είναι μεγάλη, καθώς σε απόλυτους αριθμούς το υπουργείο Οικονομικών ποντάριζε σε πρωτογενές πλεόνασμα 1,278 δισ. ευρώ για το 2015 και μετά τις διορθώσεις της ΕΛΣΤΑΤ αυτό φαίνεται να περιορίζεται περίπου στα 260 εκατ. ευρώ.
Επόμενο, ύστερα από αυτήν την αναθεώρηση, ήταν οι επικεφαλής του κουαρτέτου να ζητήσουν συμπληρωματικά στοιχεία προκειμένου να πληροφορηθούν κατά πόσον αυτή η αναθεώρηση θα επηρεάσει και τα οικονομικά μεγέθη της τρέχουσας χρήσης.
Προς το παρόν σε αυτό το ερώτημα η ελληνική πλευρά έχει να προβάλει τα πολύ ικανοποιητικά στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού σε επίπεδο εννεαμήνου. Τα αναλυτικά στοιχεία για την πορεία των βασικών οικονομικών μεγεθών το διάστημα Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου δείχνουν ότι το πρωτογενές πλεόνασμα στο εννεάμηνο έφτασε τα 5,44 δισ. ευρώ έναντι στόχου 3,072 δισ. ευρώ για τη συγκεκριμένη περίοδο.
Μόνο στα φορολογικά έσοδα, καταγράφηκε υπέρβαση στόχου 1,067 δισ. ευρώ, ποσό που κάνει την ελληνική πλευρά να αισιοδοξεί ότι ο φετινός προϋπολογισμός θα κλείσει με πλεόνασμα πάνω από τον επίσημο στόχο του 0,5%, ενδεχομένως και πάνω από το 0,6%.
Χάσμα 1 δισ.
Το πώς θα κλείσει ο προϋπολογισμός του 2016 – για την ακρίβεια το πώς θα συμφωνήσουν οι δύο πλευρές ότι θα κλείσει – επηρεάζει φυσικά και τον προϋπολογισμό του 2017, ο οποίος μάλιστα έχει ακόμη υψηλότερο στόχο πλεονάσματος: 1,75%. Και γι’ αυτό το θέμα οι θεσμοί είχαν να προβάλουν τις αντιρρήσεις τους, οι οποίες προϋπολογίζονται σε περίπου 1 δισ. ευρώ. Πώς προκύπτει αυτό το ποσό;
1 Η χρηματοδότηση του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης όχι σε πιλοτική, αλλά σε πλήρη εφαρμογή είναι μνημονιακή απαίτηση να προχωρήσει. Για το συγκεκριμένο θέμα υπήρξε συνάντηση του Γιώργου Χουλιαράκη και της Θεανώς Φωτίου με τους θεσμούς, χωρίς όμως να υπάρξει κάποια αρχική συμφωνία.
Η ελληνική πλευρά παρουσίασε στοιχεία με βάση τα οποία θεωρείται εξαιρετικά δυσχερής η περικοπή άλλων κοινωνικών επιδομάτων προκειμένου να χρηματοδοτηθεί το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, παρέμβαση η οποία έχει προϋπολογισμό κοντά στα 571 εκατ. ευρώ. Για τη χρηματοδότηση του συγκεκριμένου μέτρου φέρεται να έχει προταθεί και από το ΔΝΤ και από την Παγκόσμια Τράπεζα η περαιτέρω μείωση του αφορολογήτου της κλίμακας φορολόγησης φυσικών προσώπων (μισθωτών, αγροτών, συνταξιούχων).
Μένει να φανεί το πώς θα χρηματοδοτηθεί το μέτρο των 571 εκατ. ευρώ. Μάλιστα ο προϋπολογισμός ανεβαίνει στα 871 εκατ. ευρώ αν προστεθούν και τα 300 εκατ. ευρώ που έχει εγγράψει στον προϋπολογισμό η κυβέρνηση για να χρηματοδοτήσει τις εξαγγελίες που έκανε ο πρωθυπουργός στους τομείς της υγείας, της κοινωνικής προστασίας και της παιδείας.
2 Στον πίνακα με τα μέτρα που συνοδεύουν τον προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς, έχει ενσωματωθεί πρόβλεψη για περικοπές της τάξεως των 34 εκατ. ευρώ από τα ειδικά μισθολόγια. Είναι ένα εξαιρετικά ευαίσθητο θέμα για την ελληνική κυβέρνηση, η οποία θέλει να αποφύγει τις περικοπές στα ειδικά μισθολόγια και κυρίως σε όσους υπηρετούν στα σώματα ασφαλείας.
Σημειωτέον ότι τα σώματα ασφαλείας τελούν υπό την... προστασία του προέδρου των ΑΝΕΛΛ Πάνου Καμμένου και ενδεχόμενη μείωση των αποδοχών τους μπορεί να προκαλέσει ρήγμα στο εσωτερικό της κυβέρνησης. Στο μικροσκόπιο των θεσμών έχουν μπει και οι προτάσεις της ελληνικής πλευράς για εξοικονόμηση περίπου 93 εκατ. ευρώ από την περιστολή των δαπανών του υπουργείου Εθνικής Άμυνας.
Τα άλλα μέτωπα
Ο προϋπολογισμός είναι μόνο ένα από τα μέτωπα στα οποία υπάρχουν διαφωνίες. Ο κατάλογος περιλαμβάνει επίσης:
1 Τα εργασιακά. Από την πρώτη συνάντηση που έγινε την περασμένη Κυριακή ο υπουργός Εργασίας υποστήριζε ότι οι θεσμοί παραμένουν πιστοί στις «ακραίες» θέσεις τους. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι εξακολουθούν να απαιτούν πλήρη απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων ενώ δεν φέρονται διατεθειμένοι να συζητήσουν το ενδεχόμενο επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων πριν από το 2018.
Ειδικά για το θέμα των ομαδικών απολύσεων η κυβέρνηση βάλλεται και εκ των έσω, καθώς οι εργοδότες πιέζουν ασφυκτικά για να ανοίξει ο συγκεκριμένος δρόμος. Η ελληνική πλευρά ήλπιζε ότι θα εξασφαλίσει την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων για να «πουλήσει» κάτι στο εσωτερικό, ούτε όμως αυτός ο στόχος φαίνεται εύκολος έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα.
2 Το θέμα του εξωδικαστικού συμβιβασμού, όπου οι ξένοι δεν θέλουν να δημιουργηθεί ένα νομοθετικό πλαίσιο το οποίο θα αφορά το σύνολο των επαγγελματιών παρά μόνο στις μεγάλες επιχειρήσεις. Η κυβέρνηση ήθελε διά του εξωδικαστικού συμβιβασμού να σώσει τους πολλούς μικρομεσαίους από τις κατασχέσεις, όμως και αυτό το θέμα σκοντάφτει στις αντιρρήσεις των θεσμών.
3 Εξαιρετικά δύσκολο θέμα είναι και το περιεχόμενο του μεσοπρόθεσμου καθώς οι στόχοι που θα συμπεριληφθούν για το 2019 - 2020 εντάσσονται στην ευρύτερη διαπραγμάτευση για το χρέος. Κυβερνητικό στέλεχος έλεγε στην αρχή της διαπραγμάτευσης ότι το θέμα του μεσοπρόθεσμου μπορεί να λυθεί μέχρι το τέλος του έτους.
Στο τραπέζι έχει πέσει και η πρόταση για το «διπλό» μεσοπρόθεσμο, το οποίο θα περιλαμβάνει και τον στόχο του 3,5% (ως πρωτογενές πλεόνασμα) για το 2019 και το 2020, αλλά και το 1,5% - 2% που θέλει η ελληνική πλευρά.
Το πακέτο του ESM
Μέσα σε αυτό το σκηνικό δυσκολιών και διαφωνιών η ελληνική πλευρά θα επιδιώξει να καταλήξει σε μια συμφωνία κατά τον τελικό γύρο διαβουλεύσεων, ο οποίος δεν αναμένεται να ξεκινήσει νωρίτερα από το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Νοεμβρίου. Δεν είναι σε αυτήν τη φάση η εκταμίευση της επόμενης δόσης που την ενδιαφέρει τόσο – η δεύτερη αξιολόγηση φέρνει περίπου 6 δισ. ευρώ στα ταμεία του κράτους, εκ των οποίων τα 1,8 δισ. αφορούν αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών –, αλλά το θέμα του χρέους.
Στην κυβέρνηση δεν περιμένουν ότι θα δοθεί συνολική λύση σε αυτήν τη φάση και αναγνωρίζουν ότι η όποια απόφαση ληφθεί, θα συνοδεύεται από «προαπαιτούμενα» για την ελληνική πλευρά. Οι ελπίδες για κάτι συγκεκριμένο εστιάζονται αυτην τη στιγμή στο «πακέτο» με τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, το οποίο προετοιμάζεται εδώ και αρκετό διάστημα από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης. Το πακέτο αυτό περιλαμβάνει:
1 Ομαλοποίηση των πληρωμών τόκων. Ο στόχος αυτή της παρέμβασης είναι να μην υπάρξουν «βουνά» πληρωμών αποκλειστικά για τόκους, όπως αυτά που εντοπίζονται αυτήν τη στιγμή κυρίως μετά το 2021.
Αν παρατηρήσει κάποιος το χρονοδιάγραμμα πληρωμών του ελληνικού χρέους, θα αντιληφθεί ότι ειδικά το 2021 και το 2022, η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να καταβάλει περισσότερα από 17 δισ. ευρώ σε τόκους, ποσό που αντιστοιχεί σε πάνω από 8% του ΑΕΠ.
Είναι προφανές ότι η καταβολή αυτού του ποσού είναι αδύνατη και τυχόν διατήρηση αυτής της υποχρέωσης θα έστελνε αρνητικό μήνυμα στις διεθνείς αγορές. Η ομαλοποίηση μπορεί να γίνει με χρονική μετάθεση των πληρωμών, ουσιαστικά με αλλαγή των όρων των δανειακών συμβάσεων.
2 Μείωση επιτοκίων σε συγκεκριμένο κομμάτι του χρέους. Στην απόφαση του Eurogroup αναφέρεται ότι «μπορεί να γίνει χρήση της χρηματοδότησης από EFSF / ESM για τη μείωση του κινδύνου από τα επιτόκια χωρίς αυτό να συνεπάγεται κανένα επιπλέον κόστος».
Αυτό μπορεί να γίνει πρακτικά με «αγορά» παλαιού και ακριβότερου χρέους με νέα δάνεια, τα οποία θα δοθούν από τον ESM. Αυτή η ανταλλαγή χρέους θα φέρει μείωση επιτοκίου και κατά συνέπεια τόκων. Το πρόβλημα της πρότασης είναι ότι δημιουργεί κόστος, το οποίο κάποιος θα πρέπει να επωμιστεί.
3 Σταθεροποίηση των επιτοκίων, προκειμένου να μειωθεί το ρίσκο, μέσω της αξιοποίησης εργαλείων του ESM. Τα σταθερά επιτόκια δημιουργούν ασφαλές επενδυτικό περιβάλλον καθώς αφαιρούν την αβεβαιότητα που προκύπτει από τα κυμαινόμενα.
Ειδικά στην Ελλάδα, όπου το κυμαινόμενο κομμάτι του χρέους ξεπερνά το 70% του συνόλου, ο κίνδυνος αύξησης των επιτοκίων στο μέλλον είναι τεράστιος, καθώς ακόμη και μια ποσοστιαία μονάδα αύξησης συνεπάγεται επιβάρυνση άνω των 2,5 δισ. ευρώ για τον κρατικό προϋπολογισμό.
Για τη σταθεροποίηση του επιτοκίου πληροφορίες φέρουν τον ESM να συζητά με τον ΟΔΔΗΧ το ενδεχόμενο το μέτρο να αφορά κομμάτι του χρέους της τάξεως των 25 δισ. ευρώ.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι η κυβέρνηση πρέπει να αντεπεξέλθει σε ένα βουνό εμποδίων για να καταφέρει ο Τσίπρας να αποσπάσει κάτι συγκεκριμένο στο θέμα του χρέους...
Καθώς η διαπραγμάτευση για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης δεν εξελίσσεται όπως θα περίμενε το Μέγαρο Μαξίμου και είναι ορατό το...
ενδεχόμενο να μην υπάρξει τελική συμφωνία μέχρι τις 20-25 Νοεμβρίου όπως ήταν ο αρχικός στόχος της ελληνικής πλευράς, η κυβέρνηση θα αναζητήσει μέσα στις επόμενες ημέρες τις κινήσεις τακτικής που θα της επιτρέψουν να εξασφαλίσει κάτι «απτό και μετρήσιμο» από αυτήν τη διαπραγμάτευση, κυρίως σε ό,τι αφορά τη διευθέτηση του χρέους.
Οι επικεφαλής των θεσμών, ύστερα από έναν ακόμη γύρο επαφών για τα εργασιακά, αναμένεται να αποχωρήσουν από την Αθήνα χωρίς ακόμη να είναι σαφής η ημερομηνία επιστροφής τους. Στο μεσοδιάστημα αναμένεται να συνεχιστούν οι διαβουλεύσεις με τους θεσμούς και για να υπάρξει πρόοδος στα προαπαιτούμενα της δεύτερης αξιολόγησης αλλά και για να καλλιεργηθεί το έδαφος που θα επιτρέψει να υπάρξουν συγκεκριμένες αποφάσεις για το χρέος, ει δυνατόν μέσα στο έτος.
Δημοσιονομικό μπρα-ντε-φερ
Οι ενδείξεις πλέον είναι σαφείς: για να εξασφαλίσει έστω και την παραμικρή διευκόλυνση στο θέμα του χρέους, η ελληνική πλευρά θα υποχρεωθεί να αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις, ενδεχομένως και πέραν αυτών που περιγράφονται ήδη στο μνημόνιο.
Με τη συμπλήρωση του πρώτου γύρου των διαβουλεύσεων για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης – άρχισε καθυστερημένα, ουσιαστικά την περασμένη Κυριακή, και ολοκληρώνεται σήμερα με τα εργασιακά – οι δύο πλευρές το μόνο που κατάφεραν ουσιαστικά είναι να συλλέξουν έναν μακρύ κατάλογο με διαφωνίες:
Εργασιακά, ειδικά μισθολόγια, προϋπολογισμός, μεσοπρόθεσμο, εξωδικαστικός συμβιβασμός, ακατάσχετος λογαριασμός, χρηματοδότηση κομμάτων, χρηματοδότηση ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος συνθέτουν μια πρώτη λίστα με ανοικτά θέματα, ενώ το «φάντασμα» των μέτρων έχει ήδη αρχίσει να πλανάται πάνω από το «Χίλτον».
Υποτίθεται ότι στη δεύτερη αξιολόγηση το μόνο «καυτό μέτωπο» θα ήταν τα εργασιακά. Από τη στιγμή όμως που διαφάνηκε η πρόθεση των θεσμών να αμφισβητήσουν τα δημοσιονομικά μεγέθη και τις προβλέψεις του προϋπολογισμού, το σκηνικό άλλαξε.
Η αμφισβήτηση πάντως δεν έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία στο τραπέζι μετά την ανακοίνωση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για την αναθεώρηση, προς το χειρότερο, του πρωτογενούς ελλείμματος (σε όρους γενικής κυβέρνησης) ή του πρωτογενούς πλεονάσματος (σε όρους μνημονίου) με το οποίο έκλεισε ο προϋπολογισμός του 2015.
Μετά τη συγκεκριμένη αναθεώρηση της ΕΛΣΤΑΤ, το πρωτογενές πλεόνασμα – όπως αυτό υπολογίζεται για τις ανάγκες εκπλήρωσης των μνημονιακών στόχων – φέρεται να έχει ψαλιδιστεί κοντά στο 0,2% και όχι στο 0,7% όπως είχε αποτυπωθεί τόσο στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ του περασμένου Απριλίου όσο και στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού. Η διαφορά είναι μεγάλη, καθώς σε απόλυτους αριθμούς το υπουργείο Οικονομικών ποντάριζε σε πρωτογενές πλεόνασμα 1,278 δισ. ευρώ για το 2015 και μετά τις διορθώσεις της ΕΛΣΤΑΤ αυτό φαίνεται να περιορίζεται περίπου στα 260 εκατ. ευρώ.
Επόμενο, ύστερα από αυτήν την αναθεώρηση, ήταν οι επικεφαλής του κουαρτέτου να ζητήσουν συμπληρωματικά στοιχεία προκειμένου να πληροφορηθούν κατά πόσον αυτή η αναθεώρηση θα επηρεάσει και τα οικονομικά μεγέθη της τρέχουσας χρήσης.
Προς το παρόν σε αυτό το ερώτημα η ελληνική πλευρά έχει να προβάλει τα πολύ ικανοποιητικά στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού σε επίπεδο εννεαμήνου. Τα αναλυτικά στοιχεία για την πορεία των βασικών οικονομικών μεγεθών το διάστημα Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου δείχνουν ότι το πρωτογενές πλεόνασμα στο εννεάμηνο έφτασε τα 5,44 δισ. ευρώ έναντι στόχου 3,072 δισ. ευρώ για τη συγκεκριμένη περίοδο.
Μόνο στα φορολογικά έσοδα, καταγράφηκε υπέρβαση στόχου 1,067 δισ. ευρώ, ποσό που κάνει την ελληνική πλευρά να αισιοδοξεί ότι ο φετινός προϋπολογισμός θα κλείσει με πλεόνασμα πάνω από τον επίσημο στόχο του 0,5%, ενδεχομένως και πάνω από το 0,6%.
Χάσμα 1 δισ.
Το πώς θα κλείσει ο προϋπολογισμός του 2016 – για την ακρίβεια το πώς θα συμφωνήσουν οι δύο πλευρές ότι θα κλείσει – επηρεάζει φυσικά και τον προϋπολογισμό του 2017, ο οποίος μάλιστα έχει ακόμη υψηλότερο στόχο πλεονάσματος: 1,75%. Και γι’ αυτό το θέμα οι θεσμοί είχαν να προβάλουν τις αντιρρήσεις τους, οι οποίες προϋπολογίζονται σε περίπου 1 δισ. ευρώ. Πώς προκύπτει αυτό το ποσό;
1 Η χρηματοδότηση του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης όχι σε πιλοτική, αλλά σε πλήρη εφαρμογή είναι μνημονιακή απαίτηση να προχωρήσει. Για το συγκεκριμένο θέμα υπήρξε συνάντηση του Γιώργου Χουλιαράκη και της Θεανώς Φωτίου με τους θεσμούς, χωρίς όμως να υπάρξει κάποια αρχική συμφωνία.
Η ελληνική πλευρά παρουσίασε στοιχεία με βάση τα οποία θεωρείται εξαιρετικά δυσχερής η περικοπή άλλων κοινωνικών επιδομάτων προκειμένου να χρηματοδοτηθεί το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, παρέμβαση η οποία έχει προϋπολογισμό κοντά στα 571 εκατ. ευρώ. Για τη χρηματοδότηση του συγκεκριμένου μέτρου φέρεται να έχει προταθεί και από το ΔΝΤ και από την Παγκόσμια Τράπεζα η περαιτέρω μείωση του αφορολογήτου της κλίμακας φορολόγησης φυσικών προσώπων (μισθωτών, αγροτών, συνταξιούχων).
Μένει να φανεί το πώς θα χρηματοδοτηθεί το μέτρο των 571 εκατ. ευρώ. Μάλιστα ο προϋπολογισμός ανεβαίνει στα 871 εκατ. ευρώ αν προστεθούν και τα 300 εκατ. ευρώ που έχει εγγράψει στον προϋπολογισμό η κυβέρνηση για να χρηματοδοτήσει τις εξαγγελίες που έκανε ο πρωθυπουργός στους τομείς της υγείας, της κοινωνικής προστασίας και της παιδείας.
2 Στον πίνακα με τα μέτρα που συνοδεύουν τον προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς, έχει ενσωματωθεί πρόβλεψη για περικοπές της τάξεως των 34 εκατ. ευρώ από τα ειδικά μισθολόγια. Είναι ένα εξαιρετικά ευαίσθητο θέμα για την ελληνική κυβέρνηση, η οποία θέλει να αποφύγει τις περικοπές στα ειδικά μισθολόγια και κυρίως σε όσους υπηρετούν στα σώματα ασφαλείας.
Σημειωτέον ότι τα σώματα ασφαλείας τελούν υπό την... προστασία του προέδρου των ΑΝΕΛΛ Πάνου Καμμένου και ενδεχόμενη μείωση των αποδοχών τους μπορεί να προκαλέσει ρήγμα στο εσωτερικό της κυβέρνησης. Στο μικροσκόπιο των θεσμών έχουν μπει και οι προτάσεις της ελληνικής πλευράς για εξοικονόμηση περίπου 93 εκατ. ευρώ από την περιστολή των δαπανών του υπουργείου Εθνικής Άμυνας.
Τα άλλα μέτωπα
Ο προϋπολογισμός είναι μόνο ένα από τα μέτωπα στα οποία υπάρχουν διαφωνίες. Ο κατάλογος περιλαμβάνει επίσης:
1 Τα εργασιακά. Από την πρώτη συνάντηση που έγινε την περασμένη Κυριακή ο υπουργός Εργασίας υποστήριζε ότι οι θεσμοί παραμένουν πιστοί στις «ακραίες» θέσεις τους. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι εξακολουθούν να απαιτούν πλήρη απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων ενώ δεν φέρονται διατεθειμένοι να συζητήσουν το ενδεχόμενο επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων πριν από το 2018.
Ειδικά για το θέμα των ομαδικών απολύσεων η κυβέρνηση βάλλεται και εκ των έσω, καθώς οι εργοδότες πιέζουν ασφυκτικά για να ανοίξει ο συγκεκριμένος δρόμος. Η ελληνική πλευρά ήλπιζε ότι θα εξασφαλίσει την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων για να «πουλήσει» κάτι στο εσωτερικό, ούτε όμως αυτός ο στόχος φαίνεται εύκολος έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα.
2 Το θέμα του εξωδικαστικού συμβιβασμού, όπου οι ξένοι δεν θέλουν να δημιουργηθεί ένα νομοθετικό πλαίσιο το οποίο θα αφορά το σύνολο των επαγγελματιών παρά μόνο στις μεγάλες επιχειρήσεις. Η κυβέρνηση ήθελε διά του εξωδικαστικού συμβιβασμού να σώσει τους πολλούς μικρομεσαίους από τις κατασχέσεις, όμως και αυτό το θέμα σκοντάφτει στις αντιρρήσεις των θεσμών.
3 Εξαιρετικά δύσκολο θέμα είναι και το περιεχόμενο του μεσοπρόθεσμου καθώς οι στόχοι που θα συμπεριληφθούν για το 2019 - 2020 εντάσσονται στην ευρύτερη διαπραγμάτευση για το χρέος. Κυβερνητικό στέλεχος έλεγε στην αρχή της διαπραγμάτευσης ότι το θέμα του μεσοπρόθεσμου μπορεί να λυθεί μέχρι το τέλος του έτους.
Στο τραπέζι έχει πέσει και η πρόταση για το «διπλό» μεσοπρόθεσμο, το οποίο θα περιλαμβάνει και τον στόχο του 3,5% (ως πρωτογενές πλεόνασμα) για το 2019 και το 2020, αλλά και το 1,5% - 2% που θέλει η ελληνική πλευρά.
Το πακέτο του ESM
Μέσα σε αυτό το σκηνικό δυσκολιών και διαφωνιών η ελληνική πλευρά θα επιδιώξει να καταλήξει σε μια συμφωνία κατά τον τελικό γύρο διαβουλεύσεων, ο οποίος δεν αναμένεται να ξεκινήσει νωρίτερα από το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Νοεμβρίου. Δεν είναι σε αυτήν τη φάση η εκταμίευση της επόμενης δόσης που την ενδιαφέρει τόσο – η δεύτερη αξιολόγηση φέρνει περίπου 6 δισ. ευρώ στα ταμεία του κράτους, εκ των οποίων τα 1,8 δισ. αφορούν αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών –, αλλά το θέμα του χρέους.
Στην κυβέρνηση δεν περιμένουν ότι θα δοθεί συνολική λύση σε αυτήν τη φάση και αναγνωρίζουν ότι η όποια απόφαση ληφθεί, θα συνοδεύεται από «προαπαιτούμενα» για την ελληνική πλευρά. Οι ελπίδες για κάτι συγκεκριμένο εστιάζονται αυτην τη στιγμή στο «πακέτο» με τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, το οποίο προετοιμάζεται εδώ και αρκετό διάστημα από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης. Το πακέτο αυτό περιλαμβάνει:
1 Ομαλοποίηση των πληρωμών τόκων. Ο στόχος αυτή της παρέμβασης είναι να μην υπάρξουν «βουνά» πληρωμών αποκλειστικά για τόκους, όπως αυτά που εντοπίζονται αυτήν τη στιγμή κυρίως μετά το 2021.
Αν παρατηρήσει κάποιος το χρονοδιάγραμμα πληρωμών του ελληνικού χρέους, θα αντιληφθεί ότι ειδικά το 2021 και το 2022, η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να καταβάλει περισσότερα από 17 δισ. ευρώ σε τόκους, ποσό που αντιστοιχεί σε πάνω από 8% του ΑΕΠ.
Είναι προφανές ότι η καταβολή αυτού του ποσού είναι αδύνατη και τυχόν διατήρηση αυτής της υποχρέωσης θα έστελνε αρνητικό μήνυμα στις διεθνείς αγορές. Η ομαλοποίηση μπορεί να γίνει με χρονική μετάθεση των πληρωμών, ουσιαστικά με αλλαγή των όρων των δανειακών συμβάσεων.
2 Μείωση επιτοκίων σε συγκεκριμένο κομμάτι του χρέους. Στην απόφαση του Eurogroup αναφέρεται ότι «μπορεί να γίνει χρήση της χρηματοδότησης από EFSF / ESM για τη μείωση του κινδύνου από τα επιτόκια χωρίς αυτό να συνεπάγεται κανένα επιπλέον κόστος».
Αυτό μπορεί να γίνει πρακτικά με «αγορά» παλαιού και ακριβότερου χρέους με νέα δάνεια, τα οποία θα δοθούν από τον ESM. Αυτή η ανταλλαγή χρέους θα φέρει μείωση επιτοκίου και κατά συνέπεια τόκων. Το πρόβλημα της πρότασης είναι ότι δημιουργεί κόστος, το οποίο κάποιος θα πρέπει να επωμιστεί.
3 Σταθεροποίηση των επιτοκίων, προκειμένου να μειωθεί το ρίσκο, μέσω της αξιοποίησης εργαλείων του ESM. Τα σταθερά επιτόκια δημιουργούν ασφαλές επενδυτικό περιβάλλον καθώς αφαιρούν την αβεβαιότητα που προκύπτει από τα κυμαινόμενα.
Ειδικά στην Ελλάδα, όπου το κυμαινόμενο κομμάτι του χρέους ξεπερνά το 70% του συνόλου, ο κίνδυνος αύξησης των επιτοκίων στο μέλλον είναι τεράστιος, καθώς ακόμη και μια ποσοστιαία μονάδα αύξησης συνεπάγεται επιβάρυνση άνω των 2,5 δισ. ευρώ για τον κρατικό προϋπολογισμό.
Για τη σταθεροποίηση του επιτοκίου πληροφορίες φέρουν τον ESM να συζητά με τον ΟΔΔΗΧ το ενδεχόμενο το μέτρο να αφορά κομμάτι του χρέους της τάξεως των 25 δισ. ευρώ.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι η κυβέρνηση πρέπει να αντεπεξέλθει σε ένα βουνό εμποδίων για να καταφέρει ο Τσίπρας να αποσπάσει κάτι συγκεκριμένο στο θέμα του χρέους...
nonews news
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου