Τετάρτη 17 Ιουνίου 2015

Πώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έδεσε χειροπόδαρα την Ελλάδα!


ΛΟΥΚΑΣ ΠΑΠΑΔΗΜΟΣ

Του Γιάννη Σιάτρα

Μια κοινωνία που, επί πέντε χρόνια βομβαρδίζεται με αρνητικές ειδήσεις και σενάρια, με νούμερα και με έννοιες για τις οποίες ποτέ άλλοτε δεν είχε ακούσει, είναι εύκολο -και φυσικό- κάποια στιγμή να χάσει την άκρη του νήματος και τη συνάφεια των όσων πληροφορείται.


Έτσι, ήδη από τους πρώτους μήνες της ελληνικής κρίσης, η ελληνική κοινωνία «χάθηκε” μέσα στις πληροφορίες, τα γεγονότα και τα σενάρια, δεδομένου μάλιστα ότι και η μετάδοση των εξελίξεων από τα ΜΜΕ ήταν ανεπαρκής και, σε πολλές περιπτώσεις, διαστρεβλωτική. Παράλληλα, η «νεφελώδης” αυτή κατάσταση βόλευε αφάνταστα τις Κυβερνήσεις που είχαν την ευθύνη της διακυβέρνησης στα χρόνια εκείνα.

Ένα σημείο των εξελίξεων το οποίο λίγοι θυμούνται -και ακόμη λιγότεροι γνωρίζουν τη σημασία του- ήταν η αγορά, από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, των ελληνικών ομολόγων που κατείχαν οι ξένες τράπεζες (κυρίως  γαλλικές και γερμανικές). Μεταξύ του 2010 και του 2011 αγοράστηκαν ομόλογα συνολικού ύψους 75 δισ. ευρώ, λήξεως από το 2012 έως το 2016, τα οποία «ξελάφρωσαν” τα χαρτοφυλάκια των (ξένων) τραπεζών και μείωσαν τον κίνδυνο για τα τραπεζικά συστήματα των χωρών τους. Τα ομόλογα αυτά δεν «κουρεύτηκαν” στο PSI και κατέληξαν να είναι σήμερα ένα σημαντικό «όπλο πίεσης” των δανειστών προς τη χώρα μας. Ας δούμε το πώς.

Στις 10 Μαΐου 2010 τέθηκε σε λειτουργία ο «μηχανισμός στήριξης” που δημιούργησαν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τη δανειοδότηση της χώρας. Την ίδια μέρα, χωρίς καμία προηγούμενη ένδειξη ή προειδοποίηση, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε την έναρξη της λειτουργίας του «Προγράμματος Αγορών Τίτλων” (Securities Market Programme). Με το πρόγραμμα αυτό, η ΕΚΤ θα μπορούσε να αγοράζει κρατικά ομόλογα χωρών μελών της Ευρωζώνης «για να διασφαλίζει το βάθος και τη ρευστότητα στα τμήματα εκείνα της αγοράς, τα οποία δυσλειτουργούν” όπως ανακοινώθηκε. Από πολλούς, καταγγέλθηκε ότι η ενέργεια αυτή παραβίαζε τους κανόνες και το Καταστατικό της (το οποίο απαγορεύει την οποιαδήποτε μορφή χρηματοδότησης δημοσιονομικών ελλειμμάτων ή τη συμμετοχή της σε αναδιάρθρωση χρέους των κρατών του Ευρωσυστήματος).

Την περίοδο εκείνη, η ελληνική κρίση συνιστούσε το μεγαλύτερο πρόβλημα της Ευρώπης. Μία «άτακτη” χρεοκοπία της Ελλάδας θα προκαλούσε μία τεράστια βλάβη στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, αφού οι ευρωπαϊκές τράπεζες διακρατούσαν το 80% του ελληνικού χρέους, που -τότε- έφθανε στα 310 δισεκατομμύρια ευρώ.

Στις αρχές Μαΐου 2010, η ελληνική κοινωνία, παγωμένη, παρακολουθούσε  την ψήφιση του Μνημονίου στη Βουλή, την εκταμίευση της πρώτης δόσης και τον τραγικό θάνατο των υπαλλήλων της Marfin στις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, λίγες μέρες πριν. Έτσι, τα ελληνικά ΜΜΕ ασχολήθηκαν ελάχιστα με το ζήτημα της παρέμβασης της ΕΚΤ στις αγορές των ομολόγων (ενώ ποτέ δεν απαντήθηκε εάν η Ελληνική Κυβέρνηση είχε ενημερωθεί γι’ αυτή την ενέργεια). Όμως, υπήρξε πλούσια αρθρογραφία στα ΜΜΕ του εξωτερικού, στα οποία περιγράφηκε η ουσία της απόφασης:

«Banks dump Greek debt on the ECB as eurozone flashes credit warnings” (Καθώς η Ευρωζώνη εκπέμπει σήματα πιστωτικού κινδύνου, οι τράπεζες ξεφορτώνουν στην ΕΚΤ τα ελληνικά ομόλογα) ήταν ο τίτλος της εφημερίδας «The Telegraph”. Ο δε υπότιτλος ανέφερε: «Οι ξένοι κάτοχοι των ελληνικών και πορτογαλικών ομολόγων εκμεταλλεύονται την ξαφνική παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για να ρευστοποιήσουν τις θέσεις τους”.

Το γερμανικό Der Spiegel, στις 30/5/2010 έγραφε ότι «σύμφωνα με δηλώσεις στελεχών της Bundesbank, η αγορά των ελληνικών κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ εξυπηρετεί κυρίως τις γαλλικές τράπεζες” και ότι «με το πρόγραμμα αγοράς ελληνικών ομολόγων η ΕΚΤ κρατά τις τιμές τους τεχνητά σε υψηλά επίπεδα. Από αυτό επωφελούνται κυρίως οι γαλλικές τράπεζες που πωλούν τα ελληνικά τους ομόλογα στην ΕΚΤ για να «καθαρίσουν” έτσι τους ισολογισμούς τους από τα τοξικά χαρτιά”. «Η ΕΚΤ κάνει τον πυροσβέστη της ελληνικής κρίσης” έγραφε η γερμανική οικονομική εφημερίδα Handelsblatt στις 29/6/2010 και ανέφερε ότι «με τις παρεμβάσεις της ΕΚΤ αποφεύγονται οι μεγάλες απώλειες για τις τράπεζες, αφού τα ομόλογά τους απορροφώνται άμεσα” σε ικανοποιητικές τιμές.

Συνεπώς, γιατί δημιούργησε η ΕΚΤ το «Πρόγραμμα Αγορών Τίτλων”; Για να… στηρίξει τις τιμές των ελληνικών ομολόγων; Και ποιός ο λόγος να τις στηρίξει; Αφού, ούτως ή άλλως, η Ελλάδα είχε ήδη βρεθεί εκτός αγορών.

Ή μήπως το πρόγραμμα έγινε για να υπάρξει ένας αγοραστής με απύθμενη ρευστότητα, ο οποίος θα απορροφούσε, «γρήγορα και σε υψηλές” τιμές τα ομόλογα των ευρωπαϊκών τραπεζών;

Και μόνον την πρώτη βδομάδα εφαρμογής του προγράμματος, η ΕΚΤ αγόρασε ομόλογα αξίας 16,5 δισεκατομμυρίων ευρώ! Και, η παρέμβασή της αυτή, ώθησε τις τιμές προς τα πάνω. Έτσι, ενώ η τιμή των 10ετών ελληνικών ομολόγων, στα τέλη Απριλίου, είχε υποχωρήσει στο 72, αμέσως μετά την παρέμβαση της ΕΚΤ ανέβηκαν στο 87, για να κλείσουν το μήνα Μάιο στο 85.

Με τον τρόπο αυτό, οι ευρωπαϊκές τράπεζες μπόρεσαν και «ξεφορτώθηκαν” ομόλογα αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, σε πολύ καλύτερες τιμές, μειώνοντας έτσι τις ζημιές τους (και βεβαίως, αποφεύγοντας το «κούρεμα” που έγινε ενάμιση χρόνο μετά).

Οι ελληνικές τράπεζες δεν εκμεταλλεύθηκαν την ευκαιρία να πουλήσουν τα δικά τους ομόλογα στην ΕΚΤ και μάλιστα σε ψηλές τιμές. Αντίθετα, καθ όλο το διάστημα της κρίσης και εντελώς ανεξήγητα… αγόραζαν (!) ελληνικά ομόλογα, υπογράφοντας τη δική τους καταδίκη, αλλά και την αύξηση του χρέους της χώρας. Οι ελληνικές τράπεζες, αύξησαν τις θέσεις τους σε ελληνικά ομόλογα, από  20 δισεκατομμύρια ευρώ στις αρχές του 2009, σε περίπου 48 δισεκατομμύρια κατά το 2011.

Υπολογίζεται ότι, με το πρόγραμμα αυτό, η ΕΚΤ αγόρασε ομόλογα συνολικής ονομαστικής αξίας 70 έως 75 δισεκατομμυρίων ευρώ, διαθέτοντας περίπου 50 δισεκατομμύρια ευρώ.

Μετά από συμφωνία με την ελληνική Κυβέρνηση και την ψήφιση του νόμου 4050/2012 (24/2/2012), τα ομόλογα που αγόρασε η ΕΚΤ, δεν κουρεύτηκαν στο PSI («κούρεμα”) του Μαρτίου 2012. Από την εξέλιξη αυτή, το Ελληνικό Δημόσιο, έχασε τουλάχιστον 37,4 δισ. ευρώ, αφού αν αυτά τα ομόλογα των 70 έως 75 δισεκατομμυρίων είχαν παραμείνει στους αρχικούς τους κατόχους (ξένες τράπεζες), θα κουρεύονταν σε ποσοστό 53,5%).

Όμως, δεν είναι μόνον αυτές οι απώλειες. Τα ομόλογα αυτά, πολλά από τα οποία εξακολουθεί να διακρατά η ΕΚΤ (και οι κεντρικές τράπεζες του Ευρωσυστήματος), η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να τα εξοφλεί κανονικά και είναι υποχρεωμένη να καταβάλλει κανονικά τους τόκους τους που υπολογίζονται στο επιτόκιο που είχαν στην έκδοσή τους, δηλαδή από 4,5% έως και 6,2%!

Από τα αρχικά ομόλογα των 75 δισ. ευρώ, έχουν απομείνει περίπου 27,2 δισ. ευρώ. Στα ομόλογα αυτά, μόνον από τη διαφορά του επιτοκίου (αυτό που φέρουν τα ομόλογα σε σχέση με αυτό που πληρώνει σήμερα η χώρα στους δανειστές), η Ελλάδα χάνει περίπου 700 εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο, ενώ οι απώλειες ήταν σαφώς μεγαλύτερες στο παρελθόν, όταν τα ομόλογα αυτά ήταν περισσότερα.

Παράλληλα, η υποχρέωση της χώρας να εξοφλήσει στη λήξη τους τα ομόλογα δημιουργεί σήμερα τα «χρηματοδοτικά κενά”. Θυμόμαστε από τα προηγούμενα χρόνια πόσο πολύ ταλαιπώρησαν τις ελληνικές Κυβερνήσεις αυτά τα κενά. Και σήμερα βλέπουμε ότι τα ομόλογα αυτά χρησιμοποιούνται ως ένα εργαλείο πίεσης στις διαπραγματεύσεις της παρούσας Κυβέρνησης με τους δανειστές.

Κανείς δεν υποστηρίζει ότι η χώρα δεν πρέπει να πληρώνει τις υποχρεώσεις της. Όμως, οι υποχρεώσεις αυτές υπάρχουν ακριβώς επειδή η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, για να διασώσει τις ευρωπαϊκές τράπεζες, επενέβη στις αγορές και αγόρασε ελληνικά ομόλογα! Και στη συνέχεια επέβαλε στην τότε Κυβέρνηση (Πρωθυπουργός ο Λ. Παπαδήμος και Υπουργός Οικονομικών ο Ευάγ. Βενιζέλος) να μην «κουρευτούν”.

Κάποιος θα αντιτείνει ότι, σήμερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επιστρέφει στη χώρα μας ένα μέρος από τα κέρδη που αποκόμισε από τη διαχείριση των ελληνικών ομολόγων που αγόρασε. Δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα. Επιστρέφεται ένα μικρό μέρος το οποίο ουδείς γνωρίζει το πώς υπολογίζεται, ενώ όπως αποδείχθηκε πρόσφατα (η περίπτωση των 1,2 δισ. ευρώ που μας «οφείλεται” από τα «κέρδη”), ακόμη και αυτά δίδονται κατά το δοκούν.

Παράλληλα, με την πρόφαση ότι η ΕΚΤ ήδη διακρατά ένα μεγάλο μέρος ελληνικών ομολόγων, η Ελλάδα έμεινε έξω από την εξέλιξη της ρευστότητας που προσφέρεται αφειδώς στα κράτη της Ευρωζώνης, μέσω του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης.

Με δυο λόγια, η αγορά των ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ ήταν μία από τις «σκοτεινές” πλευρές της διαχείρισης της ελληνικής κρίσης, τόσο από τους Ευρωπαίους εταίρους μας, όσο και από τους Έλληνες πολιτικούς. Μία διαχείριση η οποία στοίχισε στη χώρα μας δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ και που εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να την ταλαιπωρεί, μέσω των «χρηματοδοτικών κενών” που προκύπτουν. Είναι μια ιστορία υποτέλειας και ντροπής, τα αποτελέσματα της οποίας θα ταλαιπωρούν τη χώρα για ακόμη πολλές δεκαετίες. Μια ιστορία άγνωστη σε πολλούς, για την οποία κανείς δε μιλάει. Και για την οποία, οι εμπλεκόμενοι πολιτικοί, δε θέλουν ούτε να ακούσουν.

* Ο κ. Γιάννης Σιάτρας, είναι οικονομολόγος και επικεφαλής του Κινήματος Πολιτών «Έλληνες Φορολογούμενοι” και συγγραφέας του βιβλίου «Οι ζημιές μας, κέρδη τους – Η λεηλασία της Ελλάδας”.

i.siatras@gmail.com

Κοινοποίηση:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου